Όπως έλεγε ο γνωστός μύθος του Πρωταγόρα (βλ. Πλάτωνα, «Πρωταγόρας»), όταν οι άνθρωποι έχτιζαν τις πόλεις τους, το έκαναν για να εξασφαλίσουν την σωτηρία τους από τα θηρία. Έλα όμως που κάθε φορά που συναθροίζονταν, τόσο πολύ αδικούσε ο ένας τον άλλο, ώστε διαλύονταν και καταστρέφονταν.
Φαίνεται λοιπόν πως ήταν τέτοια η καταστροφή από την διάλυση των κοινωνιών, ώστε φοβήθηκε ακόμη και ο Δίας, μήπως χαθεί ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτό, με σκοπό να σώσει τους ανθρώπους από τον αφανισμό, έστειλε τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους τις δύο απαραίτητες για την συνύπαρξή τους αρετές: Την αιδώ και τη δικαιοσύνη.
Επειδή μάλιστα, ήξερε καλά, θεός ήταν άλλωστε, ότι χωρίς αιδώ και δικαιοσύνη, δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν πόλεις, όρισε να έχουν όλοι οι άνθρωποι μερίδιο σ’ αυτές. Και όχι μόνον. Αλλά τις έκανε και υποχρεωτικές, θεσμοθετώντας και νόμο, με τον οποίο ανακήρυξε σε «…αρρώστια της πόλης, αυτόν που δεν μπορεί να συμμετέχει στην αιδώ και τη δικαιοσύνη». Και για να μην μπορεί κανείς να αρνηθεί τέτοιες αρετές, προέβλεψε και την ποινή του θανάτου, για τους αμέτοχους δικαιοσύνης και αιδούς.
Γι’ αυτό και ο Καστοριάδης αποφαινόταν: «Χωρίς αιδώ, δεν υπάρχει δημοκρατία». Μάλιστα, για επιβεβαίωση τόνιζε: «Ο Πλάτωνας… έβλεπε, πολύ σωστά, πως η αθηναϊκή δημοκρατία είχε θαυματουργήσει, όσον καιρό βασίλευε στους κόλπους της η αιδώς». («Η βιομηχανία του κενού», στο «Καιρός», σελ. 23 επ.).
Άρα ξέρουμε εδώ και χιλιετίες, πράγμα που μας θυμίζουν συνεχώς και οι σημερινοί σοφοί μας, ότι η απουσία αιδούς – δηλαδή η αναίδεια, η αναισχυντία και η ξεδιαντροπιά – είναι στάσεις απολύτως ασύμβατες, όχι μόνον με την δημοκρατία, αλλά και την ίδια την ανθρώπινη συνύπαρξη. Με άλλα λόγια είναι η ύβρις, που προσβάλλει όχι μόνον την ανθρώπινη, αλλά και τη θεϊκή τάξη. Γι’ αυτό άλλωστε ο Δίας την αποκήρυξε ως «αρρώστια της πόλης».
Αυτήν ακριβώς την «αρρώστια της πόλης», βιώσαμε ως ανώτατη μορφή ύβρεως, όλη την περίοδο της κρίσης. Όταν, με μοναδικό προσόν την αναισχυντία και με σκοπό να διατηρηθούν τα «κεκτημένα» των προνομιούχων του παλαιού καθεστώτος, κατασκευάστηκε δόλια ένας τερατώδης μύθος: Ότι δήθεν δεν υπήρχε κρίση, αλλά αυτή ήταν συνωμοσία των τοκογλύφων εταίρων μας – πρωτίστως της Κας Μέρκελ – για να μας υποδουλώσουν! Μάλιστα, απέναντι σε όποιον ψέλλιζε την «είδηση» ότι δεν υπήρχε συνωμοσία, αλλά είχαμε πραγματική κρίση, ορθώθηκε η απειλή των δημαγωγών: «Να πεθάνουν οι αγγελιοφόροι»!
Επιχειρώντας λοιπόν τη δαιμονοποίηση των «αγγελιοφόρων», ο ΣΥΡΙΖΑ συκοφαντούσε στις 4-8-2016 από την «Αυγή» τα στελέχη της ΕΛΣΤΑΤ που έπραξαν το καθήκον τους και κατέγραψαν την πραγματικότητα, με τις ακόλουθες χυδαιότητες: «Εξαπάτησαν τη χώρα και τους Έλληνες με ψεύτικα στοιχεία, συμπράττοντας με ξένα συμφέροντα….».
Και η φοβερή αυτή καταγγελία για «εξαπάτηση» της χώρας με «ψεύτικα στοιχεία», σε συνεργασία μάλιστα με «ξένα συμφέροντα» – κανονική δηλαδή εθνική προδοσία – με τον ίδιο κυνισμό που διατυπώθηκε, μόλις χρειάστηκε, τράπηκε στο αντίθετό της!
Έτσι, με θηριώδη αναισχυντία, δήλωσε πρόσφατα ο κ. Τσίπρας για τον επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ κ. Γεωργίου: «Δεν κρύψαμε ποτέ ότι αναγνωρίζουμε τα αριθμητικά στοιχεία του……»!! (Πρόκειται για τα «ψευδή στοιχεία», με τα οποία – κατά τον ΣΥΡΙΖΑ – διαπράχθηκε η «προδοσία»!).
Αυτή λοιπόν η ακραία και «διπολική» ηθικά συμπεριφορά, που θα μπορούσε να οδηγήσει οποιονδήποτε, ακόμη και στην αυτοκτονία, αρκεί βεβαίως να ντρέπονταν, λόγω ακριβώς της έλλειψης αιδούς, στο εν λόγω άτομο μεταλλάχτηκε σε τερατώδες προσόν, που το οδήγησε στην πρωθυπουργία.
Η ίδια απουσία αιδούς, με την αντίστοιχη κακοήθεια, επιβεβαιώθηκε για άλλη μία φορά, κατά την πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή. Όπου, ο εν λόγω διέπραξε το αδιανόητο: Για την περικοπή των συντάξεων, την οποία ο κ. Τσίπρας κατέστησε αναγκαία με την διακυβέρνησή του και την οποία αυτός εισηγήθηκε και αυτός ψήφισε, μας είπε ότι υπεύθυνος είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης! Ο οποίος, σημειωτέον, δεν την ψήφισε!
Και δικαιολόγησε με τον εξής μύθο τον παραλογισμό που μας κάλεσε να συμμεριστούμε: Ζήτησε, λέει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την γερμανική ηγεσία, να εφαρμοστεί ο νόμος για την περικοπή των συντάξεων, τον οποίο ψήφισε ο κ. Τσίπρας!
Με την στάση του αυτή ο κ. Τσίπρας μας δίδαξε, ποιό πρέπει να είναι το κύριο χαρακτηριστικό του ψέματος, για να είναι πειστικό: Το ψέμα, όχι μόνον να είναι τερατώδες, αλλά και να μην στηρίζεται σε κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Ούτε καν σε ένδειξη. Γι’ αυτό και το γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο για συζήτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με την γερμανική ηγεσία σε σχέση με τις συντάξεις, το εμφανίζει ως απόδειξη ότι έγινε αυτή η συζήτηση! Έτσι, για την «απόδειξη» του ψέματός του, επικαλείται το ίδιο το ψέμα του!
Αυτό δηλαδή που διαφοροποιεί τον κ. Τσίπρα από κάθε προηγούμενο – ίσως και κάθε επόμενο – δημαγωγό και τυχοδιώκτη, δεν είναι το ψέμα. Είναι η ξετσιπωσιά μέσα στο ψέμα!