Η τραγωδία «Αίας» του Σοφοκλή, που γράφτηκε μεταξύ 450 και 440 π.Χ., καταπιάνεται με την ψυχολογική αναταραχή και την τελική πτώση του ομώνυμου ήρωα, του Μεγάλου Αίαντα. Το έργο, το παλαιότερο από τα σωζόμενα έργα του Σοφοκλή, είναι μια εξερεύνηση των θεμάτων της τιμής, της υπερηφάνειας και των συνεπειών της ύβρεως στο πλαίσιο του έπους του Τρωικού Πολέμου.
Ο Αίας, ο τρομερός ηγέτης από τη Σαλαμίνα, βιώνει βαθιά προδοσία και ταπείνωση που τον οδηγούν σε ένα μονοπάτι τρέλας και τελικά στον πρόωρο θάνατό του. Το έργο ξεκινά με φόντο ένα κρίσιμο γεγονός του Τρωικού Πολέμου: τον διαγωνισμό για την πανοπλία του πεσόντος ήρωα Αχιλλέα. Ο Αίας, ο οποίος θεωρεί τον εαυτό του ως τον νόμιμο κληρονόμο αυτών των ένδοξων όπλων λόγω της εξαιρετικής γενναιότητας και της υπηρεσίας του στον πόλεμο, εξοργίζεται όταν η πανοπλία απονέμεται αντ' αυτού στον Οδυσσέα, μέσω των μηχανορραφιών των Ατρειδών, του Αγαμέμνονα και του Μενέλαου. Νιώθοντας εντελώς ατιμασμένος και βράζοντας από θυμό, ο Αίας ορκίζεται να πάρει εκδίκηση από τους Έλληνες ηγέτες και τον Οδυσσέα.
Αίας
«Μα πρέπει ή με τιμή να ζή ένας άντρας
ή να πεθαίνει με τιμή. Αυτό είναι».
Η Αθηνά, η θεά της σοφίας και του πολέμου και στη συγκεκριμένη τραγωδία και της ίντριγκας, παρεμβαίνει σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Εκτρέπει την οργή του Αίαντα θολώνοντας το μυαλό του, κάνοντάς τον να πιστέψει ότι τα κοπάδια των προβάτων και των βοοειδών είναι οι στόχοι του. Στην παραληρηματική του κατάσταση, ο Αίας σφάζει αυτά τα ζώα, πεπεισμένος ότι παίρνει εκδίκηση από τους εχθρούς του. Αυτή η αποτρόπαια πράξη αποτελεί ταυτόχρονα μια στιγμή σκοτεινού χιούμορ και ένα ανατριχιαστικό προοίμιο των βασικών θεμάτων της τραγωδίας.
Όταν ο Αίας συνέρχεται και συνειδητοποιεί το μέγεθος της ανοησίας του, τον κυριεύει η ντροπή και η απέχθεια για τον εαυτό του. Η τιμή του, η πιο πολύτιμη πτυχή της ταυτότητάς του, βρίσκεται σε ερείπια. Αυτή η αίσθηση ατιμίας είναι αφόρητη για τον Αίαντα, έναν πολεμιστή του οποίου η ζωή καθορίστηκε από την ανδρεία και τη φήμη του. Η απελπισία του αποτυπώνεται με οδυνηρό τρόπο στις αλληλεπιδράσεις του με τη γυναίκα του, την Tέκμησσα, και τον ετεροθαλή αδελφό του, τον Tεύκρο. Παρά τις ειλικρινείς τους εκκλήσεις και τις προσπάθειές τους να τον παρηγορήσουν, ο Αίας παραμένει αποφασισμένος να βάλει τέλος στη ζωή του, θεωρώντας την αυτοκτονία ως τη μόνη διέξοδο από την ατίμωσή του.
Οι τελευταίες στιγμές του Αίαντα σημαδεύονται από έναν ισχυρό μονόλογο, όπου αναλογίζεται τις περασμένες δόξες του και το αναπόφευκτο της μοίρας του. Προετοιμάζεται για τον θάνατό του με τελετουργική ηρεμία, βυθίζοντας το σπαθί του στο έδαφος και πέφτοντας πάνω του. Η αυτοκτονία του είναι μια σκληρή και απογοητευτική κορύφωση του τραγικού του τόξου, μετατρέποντάς τον από έναν σεβαστό ήρωα σε σύμβολο της καταστροφικής δυνατότητας της υπερηφάνειας και της σκληρότητας της μοίρας.
Τα επακόλουθα του θανάτου του Αίαντα φέρνουν περαιτέρω συγκρούσεις. Ο Μενέλαος και ο Αγαμέμνονας, οι αρχηγοί των ελληνικών δυνάμεων, αποφασίζουν να μείνει το σώμα του Αίαντα άταφο ως τιμωρία για τις πράξεις του. Η απόφαση αυτή πυροδοτεί μια έντονη διαμάχη με τον Τεύκρο, ο οποίος υπερασπίζεται με πάθος το δικαίωμα του αδελφού του σε μια έντιμη ταφή. Η ένταση κλιμακώνεται, απειλώντας να διχάσει περαιτέρω το ελληνικό στρατόπεδο.
Σε μια αναπάντεχη στροφή, ο Οδυσσέας, ο ίδιος ο άνθρωπος στον οποίο απονεμήθηκε η πανοπλία του Αχιλλέα, αναλαμβάνει να μεσολαβήσει στη σύγκρουση. Παρά την έχθρα τους, ο Οδυσσέας αναγνωρίζει τη σημασία της τιμής στους νεκρούς και την πιθανότητα η μοίρα του Αίαντα να σπείρει τη διχόνοια μεταξύ των Ελλήνων. Η παρέμβασή του αποτελεί απόδειξη της πολύπλοκης αλληλεπίδρασης της τιμής, του σεβασμού και της ρεαλιστικής ηγεσίας. Ο Οδυσσέας πείθει τον Αγαμέμνονα να επιτρέψει την ταφή του Αίαντα, υπογραμμίζοντας το θέμα της συμφιλίωσης και την ανάγκη διατήρησης της ενότητας μεταξύ των ελληνικών δυνάμεων.
Ο Αγαμέμνονας το λέει ξεκάθαρα:
« ...γιατί
δεν είναι οι μεγαλόκορμοι, μηδ’όσοι
τις πλάτες έχουν τις φαρδιές, που στέκουν
και πιο άσφαλτα, μα παντού πρώτοι βγαίνουν
όσοι έχουν γερό νου...»
Το έργο ολοκληρώνεται με το σώμα του Αίαντα να ετοιμάζεται για την ταφή, καθώς ο Τεύκρος και ο χορός αναλογίζονται την απώλεια ενός μεγάλου πολεμιστή. Η επίλυση της σύγκρουσης μέσω της διπλωματίας του Οδυσσέα αναδεικνύει τις διαχρονικές αξίες του σεβασμού προς τους νεκρούς και την ανάγκη συνενοήσεως εν μέσω εσωτερικής διαμάχης.
Οδυσσέας: «γιατί βλέπω, πως τίποτα εμείς άλλο δεν είμαστε, όσο ζούμε, παρά μόνο φαντάσματα κι ένας ανάερος ίσκιος»
Ο "Αίας" του Σοφοκλή είναι μια συγκλονιστική εξερεύνηση των συνεπειών της υπερηφάνειας, της ευθραυστότητας της ανθρώπινης τιμής και της πολυπλοκότητας της ηγεσίας και της πίστης σε καιρό πολέμου. Μέσα από την τραγική πτώση του Αίαντα, το έργο εμβαθύνει στον ανθρώπινο ψυχισμό, καταδεικνύοντας πώς οι ευγενέστεροι ήρωες μπορούν να πέσουν χαμηλά από τα ίδια τους τα ελαττώματα και την ιδιοτροπία της μοίρας.
Το 2019, όταν ανέβηκε για πρώτη φορά η παράσταση «Αίας» στο θέατρο Βεάκη, ο Γιώργος Νανούρης ανέβασε τους θεατές στη σκηνή και κατέβασε τον πρωταγωνιστή και τον συμπρωταγωνιστή του, τον ζωγράφο στην πλατεία του θεάτρου.
Ωστόσο, όσο περνούσε ο καιρός και η παράσταση γινόταν ολοένα και πιο γνωστή, ήταν αδύνατο οι 30-40 θέσεις που χωρούσαν πάνω στη σκηνή του θεάτρου «Βεάκη» να καλύψουν τη ζήτηση για τα εισιτήρια που υπήρχε. Έτσι οι θεατές επέστρεψαν στον «φυσικό» χώρο και ο Μιχάλης Σαράντης ανέβηκε και πάλι στη σκηνή.
Ο Γιώργος Νανούρης, καθοδηγεί τον Μιχάλη Σαράντη να ερμηνεύει όλους τους ρόλους και τον ζωγράφο Απόστολο Χαντζαρά να ζωγραφίζει τους ήρωες. Η παράσταση αφηγείται την ιστορία του Αίαντα, με τον ηθοποιό να ερμηνεύει και τους εννέα ρόλους και τον ζωγράφο να συνομιλεί μαζί του δημιουργώντας ζωντανά εικόνες και μνήμες του έργου, ενώ οι θεατές βρίσκονται μαζί τους επάνω στη σκηνή του θεάτρου. Τη μετάφραση έχει κάνει ο ποιητής Νίκος A. Παναγιωτόπουλος.
Ο Μιχάλης Σαράντης μίλησε για αυτή την μοναδική του εμπειρία:
«Τον Οκτώβρη του 2019 μαζί με τους θεατές πάνω στη σκηνή αφηγηθήκαμε για πρώτη φορά με τον Αποστόλη Χαντζαρά την ιστορία του Αίαντα. Για να είμαι ειλικρινής δεν φαντάστηκα ποτέ από εκείνη την ημέρα θα άλλαζε κάτι για πάντα μέσα μου σε σχέση με την δουλειά. Η αγωνία και το άγχος είχαν μετατραπεί σε έναν δημιουργικό οίστρο, μια επιτακτική ανάγκη να επικοινωνήσουμε την ιστορία με αυτόν το συγκεκριμένο τρόπο. Ήμουν πεπεισμένος ότι δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Ο Αποστόλης δηλαδή να ζωγραφίζει σε real time εικόνες και πρόσωπα του έργου και εγώ να μπαινοβγαίνω από ρόλο σε ρόλο σαν παραμυθάς άλλης εποχής με την διαφορά ότι η εμπλοκή μου με κάθε ήρωα ήταν τεράστια και σημαίνουσα. Ο Γιώργος Νανούρης που έφτιαξε-για τα γούστα μου τουλάχιστον-μια πραγματικά όμορφη, συγκινητική και καλαίσθητη παράσταση, πήρε ένα όνειρο μας και το έκανε πραγματικότητα. Και ακόμα και τώρα, πέντε χρόνια μετά, θα με βοηθήσει κάθε φορά ουσιαστικά, σαν ένας «προπονητής» που εμπιστεύεται τον παίχτη του τυφλά αλλά ξέρει ότι χρειάζεται την βοήθεια του πάντα. Δεν έχει υπάρξει παράσταση που να μην έχουμε μιλήσει και πριν και μετά».
Η απόδοση του «Αίαντα» από τον Γιώργο Νανούρη, με τον Μιχάλη Σαράντη, είναι μια δημιουργική απόδειξη της θεατρικής εφευρετικότητας και σεβασμού στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Η ενσάρκωση και των εννέα ρόλων του έργου από τον Σαράντη είναι ένα λαμπρό επίτευγμα, αναδεικνύοντας το εξαιρετικό εύρος και βάθος του ως ηθοποιού. Η ικανότητά του να αλλάζει απρόσκοπτα τις φωνές και τη σωματική υπόσταση για κάθε χαρακτήρα δίνει νέα πνοή στο κλασικό κείμενο, επιτρέποντας στο κοινό να εμπλακεί πλήρως με τις αποχρώσεις της αφήγησης του Σοφοκλή.
Αυτό που αναβαθμίζει ακόμη περισσότερο αυτή την παραγωγή είναι η δυναμική παρουσία του ζωγράφου Απόστολου Χατζάρα, ο οποίος μοιράζεται τη σκηνή με τον Σαράντη. Καθώς ο Σαράντης ζωντανεύει τους χαρακτήρες μέσα από την ερμηνεία του, ο Χατζάρας αποτυπώνει την ουσία τους σε πραγματικό χρόνο, ζωγραφίζοντας ζωντανά πορτρέτα που προσθέτουν μια οπτική διάσταση στο δράμα που εκτυλίσσεται. Αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ της ζωντανής υποκριτικής και της ζωγραφικής δημιουργεί μια μαγευτική συνέργεια, εμβαθύνοντας τη σύνδεση του κοινού με τους χαρακτήρες και τις συναισθηματικές τους διαδρομές.
Η σκηνοθεσία του Νανούρη χαρακτηρίζεται από βαθύτατο σεβασμό στο πρωτότυπο κείμενο, ενώ ταυτόχρονα το απελευθερώνει από τα όρια του ιστορικού του πλαισίου. Με αυτόν τον τρόπο, καθιστά τα διαχρονικά θέματα της τιμής, της τρέλας και της ανθρώπινης κατάστασης προσιτά στο σύγχρονο κοινό. Το μινιμαλιστικό σκηνικό και τα κοστούμια απομακρύνουν ακόμη περισσότερο κάθε εμπόδιο, εστιάζοντας την προσοχή του θεατή ακριβώς στα ωμά ανθρώπινα συναισθήματα και τις συγκρούσεις που βρίσκονται στην καρδιά του έργου.
Η συνένωση της πολύπλευρης ερμηνείας του Σαράντη και της καλλιτεχνικής συνοδείας του Χατζάρα, υπό την οραματική σκηνοθεσία του Νανούρη, οδηγεί σε μια παραγωγή που είναι καινοτόμα και βαθιά συγκινητική. Είναι μια απόδειξη της διαχρονικής δύναμης της ελληνικής τραγωδίας και της ικανότητάς της να αντηχεί μέσα στους αιώνες. Ο «Αίας» σε σκηνοθεσία του Νανούρη είναι μια υπενθύμιση της διαχρονικής σημασίας του έργου του Σοφοκλή, που ζωντανεύει με δημιουργικότητα, σεβασμό και έμπνευση. Αυτή η παράσταση δεν είναι απλώς η αναδιήγηση μιας αρχαίας ιστορίας- είναι μια δημιουργική ερμηνεία του έργου που μιλάει στην ψυχή και στο μυαλό του σύγχρονου θεατή υπερβαίνοντας τον χρόνο και τον χώρο.