Παρατηρώ πως, τα κειμενάκια μου, έχουν εξελιχθεί σε μιαν απέραντη πολιτική σχολιογραφία, με θέμα την πολιτική επικαιρότητα η οποία καθημερινά και με επιμονή καταγράφεται, έτσι που να αφορά άμεσα στον καθέναν από εμάς. Μηδενός εξαιρουμένου. Αν κοιτάξει κανείς τα γεγονότα, θα διαπιστώσει πως στρέφονται αποκλειστικά προς εμάς. Είναι αποφάσεις και συμφωνίες υπογεγραμμένες, με διεθνή ισχύ, οι οποίες έχουν να κάνουν με τη ζωή των Ελλήνων πολιτών. Τι θα πληρώσουμε, τι θα περικοπεί από συντάξεις, πόσοι φόροι θα μας αναλογούν, το μέγεθος των δόσεων στις τράπεζες, στις εφορίες, στο ΙΚΑ, σε πόσες δόσεις και πλήθος από άλλα τέτοια φοροεισπρακτικά, μέσα στην ήδη βεβαρυμμένη κατάσταση, που μας κρατάει όλους έρμαια στη δίνη των καιρών… Αλήθεια, πώς να αποφύγω να παρατηρώ την αδυσώπητη αυτή κατάσταση που με (μάς) σφίγγει σαν μέγγενη έτοιμη να μας εξοντώσει; Πολλές φορές είπα να αφήσω τον εαυτό μου ελεύθερο να επηρεαστεί από ένα θέμα «καλλιτεχνικής φύσης», για να σπάσω τη συνεχόμενη πολιτικομουρμούρα… Ε λοιπόν-ομολογώ-πως τέτοιο θέμα δεν βρήκα ούτως ώστε να μου αλλάξει τη ροή. Τείνω να πω επίσης (μεταξύ σοβαρού και αστείου) πως το μόνο… καλλιτεχνικό ελληνικό θέμα τού τελευταίου μήνα ίσως είναι η ανάθεση του Ασφαλιστικού σε έναν ηθοποιό: τον Παύλο Χαϊκάλη! Ίσως ακόμα και η κακή ημέρα τού φίλου Χρήστου Θηβαίου, που το έπαιξε αυστηρός στην ραδιοφωνική παραγωγό της Θεσσαλονίκης και άλλα τέτοια χαζά και ελαφρά. Δεν με ενέπνευσαν γιατί απλούστατα είναι τόσο εξόφθαλμα καταδικαστέα, που ένιωσα πως θα παρίστανα τον Εισαγγελέα μπροστά σε μια εύκολη απόφαση… Για να μην παρεξηγηθούμε: Η καλλιτεχνική-πνευματική ζωή έχει βρεθεί μπροστά σε μια αδιέξοδη διαδρομή και έχει περιπλεχτεί σε πλήθος από προβλήματα της κακής αυτής περιόδου, τα οποία πηγάζουν από την χείριστη και επιπόλαιη διαχείριση του κράτους (από παλαιοτάτων χρόνων, αλλά και με τις σημερινές συγκυρίες να δείχνουν την παρακμή μας), από αδιαφορία των φορέων, από την πλήρη αδυναμία ή και ακαταλληλότητα των αρμόδιων υπουργείων να αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις, βεβαίως υπό την ασφυκτική πίεση Ευρώπης και αγορών, σε πολλά σημεία άδικη και άνιση. Νιώθω λοιπόν πως βαραίνουν στη συνείδησή μου οι σκέψεις πως, έτσι όπως λειτουργεί η μηχανή του κράτους (αλήθεια, λειτουργεί;) ανίκανη να αντιμετωπίσει το οικονομικό τσουνάμι, θα πρέπει να στρέψουμε το ενδιαφέρον προς το κοινωνικό κομμάτι, που μοιάζει να είναι δαρμένο σκυλί στο δρόμο πεταμένο… Η καλλιτεχνική-πολιτιστική δημιουργία, είναι από τη φύση της αέναη. Ο προορισμός της είναι να λειτουργεί συνεχώς, όσο αναπνέει ο άνθρωπος, όσο τα δημιουργικά αποθέματα μπορούν να καταγράφουν τον ανθρώπινο λυγμό ή τη χαρά του. Οι καλλιτεχνικές δυνάμεις τού τόπου δεν θα σιωπήσουν ποτέ, αλλά τέτοιες κρίσεις κοινωνικές, οικονομικές, κυβερνητικές, ιδεολογικές, πολιτικές, διαρθρωτικές, ανθρωπιστικές, αξιακές, που τις συναντάμε με ένταση σε όλο τον πλανήτη, κρίσεις που εκφράζονται σκληρά και επιθετικά με οικονομικές και κοινωνικές αποσαθρώσεις ή με μορφές αδυσώπητων αιματηρών πολέμων, δεν είναι δυνατόν να περνούν ασχολίαστες, όχι μόνο από «ειδικούς αναλυτές» και «επαΐοντες» αλλά και από εκείνους που με άλλον τρόπο μπορούν να προσθέσουν στα κοινωνικά Μέσα τη δική τους πνευματική κατάθεση, γνώμη, λόγο, θυμό, αντίρρηση. Είναι σαν μια μάχη, η οποία εμπλέκει όλους μας στην ευθύνη να κατανοήσουμε, να διερευνήσουμε, να αναζητήσουμε τις αιτίες γεγονότων, τα οποία πρέπει να ψέξουμε, να καυτηριάσουμε, να στηλιτεύσουμε, να πολεμήσουμε τέλος τέλος ό,τι θεωρούμε πως μας πονά και μας πληγώνει… Αν ήμουν ζωγράφος, θα ζωγράφιζα την Ελλάδα σαν ένα τοπίο ολοκληρωτικά παγωμένο! Ακίνητο. Εγκλωβισμένο στο απόλυτο λευκό, που καλύπτει τις στέγες των πολυκατοικιών, τους κήπους, τις λεωφόρους, τα αυτοκίνητα! Όλα κάτω από το λευκό που σκεπάζει ολόκληρο το σώμα και την ψυχή… Θεωρώ πως η παρέμβασή μου αυτή είναι αναγκαία. Τη χρωστούσα για να δικαιολογήσω τις κοινωνικές-πολιτικές εμμονές μου. Η καλλιτεχνική μου μουσική ιδιότητα ίσως φέρνει τον αναγνώστη σε θέση να αναμένει αντίστοιχες θεματογραφίες καλλιτεχνικού ενδιαφέροντος. Όμως, επαναλαμβάνω, πως η εποχή μας, του πρώτου μισού τής δεύτερης δεκαετίας τού 21ου, είναι «ειδικού περιεχομένου» και απαιτεί την εγρήγορση και των ανθρώπων τού καλλιτεχνικού χώρου. Έτσι νιώθω, αυτό υποστηρίζω, αυτό προτρέπω. Με την ελπίδα, οι αναγνώστες μου να κατανοήσουν αυτές τις αγωνίες και τις εμμονές…