Η ??σκληρή αλήθεια είναι ότι μέρος των ασφαλιστικών περικοπών θα ήταν αχρείαστο εάν η οικονομία είχε αφεθεί στην κυκλική ανάκαμψη που είχε αρχίσει το 2014. Ομως η κυβέρνηση Τσίπρα Ι έπρεπε να φτάσει στα άκρα με το δημοψήφισμα, το «αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες» και τα capital controls, για να πεισθούν οι διαβουκολημένοι ψηφοφόροι της ότι παρακάτω δεν πάει. Η χορογραφία της «σκληρής διαπραγμάτευσης» μας στοίχισε πιθανότατα 3% ΑΕΠ το 2015, και άλλο ένα 4% το 2016. Δεκατρία δισ. παραπάνω εθνικό προϊόν, θα επέτρεπε μια ηπιότερη προσαρμογή.
Ξεκινώ από το οικονομικό κόστος του πολιτικού τυχοδιωκτισμού, γιατί (σε αντίθεση με τον ίδιο τον τυχοδιωκτισμό) ο λογαριασμός κάποια στιγμή πληρώνεται. Ξεκινώ επίσης με το αμάρτημα του ανέντιμου πρότερου βίου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, γιατί το ασφαλιστικό είναι στον πυρήνα του σύγχρονου κοινωνικού συμβολαίου. Κι έχει πίσω του ένα μακρό παρελθόν συλλογικής προ 2010 ανεντιμότητας, όπου πρωταγωνίστησαν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., με τα συνδικάτα και κόμματα της Αριστεράς σαν χορό αρχαίας τραγωδίας να κραυγάζουν συνθήματα αντίστασης, καθώς η χώρα βάδιζε στην καταστροφή…
Οπως γράφει ο Τάσος Γιαννίτσης, οι αθροιστικές δημόσιες δαπάνες για το ασφαλιστικό το 2001-09 αντιπροσώπευαν το 84% της διόγκωσης του δημόσιου χρέους της περιόδου. Το 2010-14 έφτασαν το 405% της αύξησης του δημόσιου χρέους – εξαιρώντας την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών!
Προφανώς, η επιδείνωση τα χρόνια της κρίσης οφείλεται και στη σωρευτική ύφεση 25%, στην τρομακτική ανεργία, στην κατάρρευση μισθών και εισφορών, στο κλείσιμο 300.000 επιχειρήσεων. Οφείλεται επίσης στις μαζικές πρόωρες συνταξιοδοτήσεις: το 2009-14 συνταξιοδοτήθηκαν 75.000 δημόσιοι υπάλληλοι. Αποτέλεσμα: από 40% του συνολικού δηλούμενου στην εφορία εισοδήματος από εργασία το 2008, οι συντάξεις πλησίαζαν το 63% το 2012 (Γιαννίτσης).
Εχουμε μια δραματική μεταφορά πόρων μέσω φορολόγησης από τους εργαζομένους και την παραγωγή, στη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού. Οσο περισσότεροι πόροι κατευθύνονται στις συντάξεις, τόσο θα αφαιρούνται από τις επενδύσεις, την εκπαίδευση, την κατάρτιση, τις υποδομές, τους τομείς που βελτιώνουν την παραγωγικότητα, καθιστώντας δυνατή την ανάπτυξη και μελλοντική αύξηση των εισοδημάτων.
Η πλειονότητα συνταξιούχων εξακολουθεί να εισπράττει συντάξεις υψηλότερες από τις καταβληθείσες εισφορές. Μια συντριπτική πλειονότητα εξέρχεται πριν από τα 67. Οπως γράφει ο Μ. Ματσαγγάνης, η πρόταση της κυβέρνησης για πλήρη σύνταξη ανεξαρτήτως ηλικίας είναι απαράδεκτη. Η απομύζηση πόρων από το ασφαλιστικό δεν είναι μόνο βαθιά αντιαναπτυξιακή. Συνιστά και μια κοινωνική αδικία που διαπράχθηκε από τη γενιά των σημερινών συνταξιούχων εις βάρος των σημερινών 20άρηδων, 30άρηδων, 40άρηδων.
Ναι, οι συντάξεις μειώθηκαν τα τελευταία χρόνια. Ομως ξεκίνησαν από ψηλά (Δημόσιο και ευγενή ταμεία), με θηριώδη εφάπαξ και ποσοστά αναπλήρωσης άνω του 100%. Η μέση μείωση εισοδημάτων από σύνταξη την τελευταία 5ετία ήταν μικρότερη από τη μείωση εισοδημάτων από άλλες πηγές (εργασία, εμπορικές δραστηριότητες, ελεύθερο επάγγελμα, ενοίκια κ.λπ.). Οπως έχει δείξει ο Πάνος Τσακλόγλου, το ποσοστό φτώχειας των ηλικιωμένων είναι χαμηλότερο από τον εθνικό μέσο όρο και οι ηλικιωμένοι είναι το μόνο τμήμα του πληθυσμού που προστατεύεται από κάποια μορφή ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
Εάν ο ρητός στόχος της κυβέρνησης είναι η αναδιανομή, τότε δικαιούται κάποιος να ρωτήσει: γιατί αναδιανομή από τους αυριανούς προς τους σημερινούς και χθεσινούς συνταξιούχους; Γιατί αναδιανομή εις βάρος των σημερινών εργαζομένων, που καλούνται να παράγουν υπό συνθήκες πρωτόγνωρης φορολογικής αφαίμαξης, και με τη βεβαιότητα ότι θα εργάζονται σε βαθύ γήρας, για συντάξεις πολύ χαμηλότερες των σημερινών; Γιατί αναδιανομή εις βάρος των σημερινών ανέργων, που καταδικάζονται σε μια οικονομία που αργοπεθαίνει να ζουν από τη σύνταξη του παππού μέχρι και αυτός να εξαφανιστεί;
Το μόνο κοινωνικό συμβόλαιο που μπορεί να καταστήσει βιώσιμο το ασφαλιστικό είναι ένα αναπτυξιακό συμβόλαιο γενναίας μετακίνησης πόρων εκεί όπου μπορούν να βελτιώσουν την παραγωγικότητα και να συμβάλουν στην ταχεία δημιουργία επιχειρήσεων και θέσεων εργασίας. Αυτό καταρχήν προϋποθέτει το σύστημα των δύο πυλώνων (ενιαία βασική σύνταξη και ανταποδοτική αναλογική σύνταξη), στις γραμμές της μεταρρύθμισης 2010 και των προτάσεων της κυβέρνησης. Ομως ο πρώτος πυλώνας σημαίνει ενιαία ηλικία σύνταξης στα 67 – και όχι προστασία των σημερινών υπερανταποδοτικών συντάξεων εις βάρος των αυριανών. Ο δεύτερος σημαίνει ανταποδοτικότητα, την οποία η κυβέρνηση παραβιάζει θεσπίζοντας πλαφόν ανώτατης σύνταξης ακόμη κι όταν οι ασφαλισμένοι υψηλότερων εισοδημάτων πρόκειται να καταβάλουν τεράστιες εισφορές. Η λογική «καμία μείωση συντάξεων» με τίμημα την περαιτέρω αύξηση εργοδοτικών εισφορών εξασφαλίζει απλώς ότι οι επιχειρήσεις δεν θα προσλαμβάνουν και ο εξαγώγιμος τομέας θα φορτωθεί ένα ακόμη ανταγωνιστικό μειονέκτημα.
Αν ξεπεράσεις μια ισορροπία στην επιβολή φόρων και εισφορών, το αμέσως επόμενο στάδιο είναι η μαζική φτωχοποίηση όλων. Η φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή θα καταστεί κυρίαρχη στρατηγική επιβίωσης, τα κίνητρα οικονομικής δραστηριότητας θα συρρικνωθούν – και οι ικανότεροι θα εγκαταλείψουν τη χώρα.
Ωστόσο: ο κρίσιμος παρονομαστής παραμένει η πραγματική οικονομία, η επιστροφή στην ανάκαμψη – ή μια περαιτέρω συρρίκνωση. Γι’ αυτό ακόμη και μια κακή συμφωνία για το ασφαλιστικό, που κλείνει εγκαίρως την αξιολόγηση, είναι καλύτερη από καμία συμφωνία, που θα έριχνε τη χώρα σε ένα νέο εφιαλτικό σπιράλ.