Σήμερα 6 Νοεμβρίου το Δίκτυο για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, το Ινστιτούτο Ζακ Ντελόρ και το ηλεκτρονικό περιοδικό Μεταρρύθμιση με την υποστήριξη του Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών τιμούν τον πρώην πρωθυπουργό της χώρας Κώστα Σημίτη. Τιμούν τον καλύτερο πρωθυπουργό της μεταπολεμικής Ελλάδας και όχι μόνο της Μεταπολίτευσης. Τιμούν ένα πολιτικό που δεν ήταν μόνο εκσυγχρονιστής, αλλά και σοσιαλδημοκράτης. Και μη κοιτάμε τώρα που κάθε εις και κάθε μια δηλώνουν σοσιαλδημοκράτες, το 1990 ακόμα και στο κόμμα του, το ΠΑΣΟΚ, ήταν έγκλημα καθοσιώσεως να δηλώνει κανείς σοσιαλδημοκράτης.
Το έργο του είχε τρεις διαστάσεις. Η πρώτη αφορά όχι απλά τον ευρωπαϊσμό του, αλλά εκείνη την αντίληψη του η οποία, σ’ αντίθεση με το «πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ, έβλεπε την Ελλάδα όχι ως ανάδελφη χώρα, ως μοναχική νησίδα στον απέραντο ωκεανό, αλλά ως κομμάτι ενός παζλ που ονομάζεται ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Καθοδηγούμενος και εμπνεόμενος από αυτήν την αντίληψη, αναζήτησε στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας την επίλυση των όποιων εθνικών εκκρεμοτήτων κι όχι τ’ ανάποδο. Αρκεί η ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε για να καταλάβουμε τη σημασία αυτής της διάστασης. Η δεύτερη σημαντική διάσταση της πολιτικής Σημίτη ήταν η μετάβαση από μια πολιτική που ενίσχυε το κράτος παροχών σε μια πολιτική που επεδίωξε να θέσει τις βάσεις ενός σύγχρονου κράτους πρόνοιας και παροχής υπηρεσιών αντί επιδομάτων. Μια πολιτική που έπρεπε να στηριχτεί σε μια σταθεροποιημένη δημοσιοοικονομικά οικονομία ως απαραίτητο μέσο για την ανάπτυξη. Η είσοδος της χώρας στην ΟΝΕ και τα μεγάλα έργα, αλλά και κοινωνικά μέτρα όπως το ολοήμερο, η ενισχυτική διδασκαλία, η βοήθεια στο σπίτι υπηρετήθηκαν απ’ αυτή την αντίληψη. Και η τρίτη διάσταση ήταν η μετατόπιση του κέντρου βάρους από το κόμμα στην κυβέρνηση και στο Κοινοβούλιο. Σήμερα που η χώρα κυλά σ’ ένα συγκεντρωτικό πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο, φαίνεται η σημασία αυτής της διάστασης.
Και γιατί τότε δεν έχει αναγνωριστεί το έργο του; Θα μείνω μόνο σε τρεις αιτίες. Η πρώτη αφορά το γεγονός πως η πολιτική που εφάρμοσε τα χρόνια της διακυβέρνησής του ήταν μια πολιτική μακροπρόθεσμων στόχων. Για να αποκτούσε διάρκεια και αναγνώριση θα έπρεπε, αν όχι να συνεχιστεί από τους διαδόχους του, τουλάχιστον να μη αλλάξει ριζικά. Και όλοι ξέρουμε τι ακολούθησε την πενταετία 2004-2009.
Η δεύτερη αιτία ήταν το γεγονός πως το κόμμα του όχι μόνο δεν ανέδειξε τις επιτυχίες της οκταετίας Σημίτη, αλλά αν δεν τις υπονόμευσε ιδεολογικά και πολιτικά- προσωπικά πιστεύω ότι αυτό ακριβώς έκανε- τουλάχιστον αδιαφόρησε για την προβολή τους. Να μη μιλήσουμε για τη διαγραφή του, την οποία μόνο ελάχιστοι κατήγγειλαν. Πολλοί απ’ όσους σήμερα τον τιμούν, σίγησαν αυτή την περίοδο.
Και η τρίτη αιτία αφορά την αντίσταση τηςφοβικής έναντι των αλλαγών ελληνικής κοινωνίας, η οποία και τού αντιτάχθηκε με σφοδρότητα. Η υστεροφημία του Κώστα Σημίτη ακόμη πληρώνει τις απόψεις του για τον συντεχνιακό χαρακτήρα και τις χρόνιες καθυστερήσεις της ελληνικής σε σχέση με τις δυτικές κοινωνίες, για το τι είναι εκσυγχρονισμός και πόσο τον έχει ανάγκη αυτή η χώρα, για το τι πραγματικά είναι η σοσιαλδημοκρατία.
Προσωπικά όμως δεν με προβληματίζουν τόσο τα βέλη των εχθρών του. Με προβληματίζουν τα εγκώμια ορισμένων «φίλων» του που αποφλοιώνουν τον αριστερό χαρακτήρα των πολιτικών του, συρρικνώνοντας αυτόν τον σοσιαλδημοκράτη σ’ασπόνδυλο «κεντρώο».
Πηγή: www.tanea.gr