Αδιοίκητη χώρα

Κωστής Μπιτζάνης 06 Νοε 2017

Τα βασικά οικονομικά μεγέθη 8 μεγάλων ΔΕΚΟ που δημοσιεύτηκαν το τελευταίο διάστημα ανέδειξαν την μεγάλη παθογένεια των εκατοντάδων οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα:

ότι είναι σε βάθος χρόνου ουσιαστικά χωρίς διοίκηση.

Γιατί πως αλλιώς μπορεί να ερμηνευτεί η διαχρονική συσσώρευση ζημιών, τα αρνητικά λειτουργικά αποτελέσματα κάθε χρόνο με ταυτόχρονη υποβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Η διοίκηση ακόμη και αν δεν τη θεωρήσουμε επιστήμη παρ’ όλο που διδάσκεται σε όλα τα πανεπιστήμια, είναι αδιαμφισβήτητα μία πολύ σημαντική δουλειά με υποχρεώσειςαπό την χάραξη στρατηγικής μέχρι την καθημερινή λειτουργία.

 

Υλοποιείται από στελέχη που επιλέγονται από τους μετόχους της επιχείρησης ή του οργανισμού με την ίδια πάντα αποστολή:

  • Να βελτιώνουν τα παραγόμενα προϊόντα και υπηρεσίες, μειώνοντας παράλληλα το κόστος και να εξασφαλίζουν την βιωσιμότητα.

Να υπηρετούν τα συμφέροντα των μετόχων αλλά και των εργαζομένων, των προμηθευτών, των πελατών, όλων γενικά των εμπλεκομένων μερών.

Η αποστολή αυτή στη σύγχρονη διοίκηση δεν διαφοροποιείται στην ουσία της από το αν η επιχείρηση είναι ιδιωτική, δημόσια ή ανήκει στην τοπική αυτοδιοίκηση.

Κατά μία έννοια μάλιστα οι επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό θα έπρεπε να είναι οι πιο ανταγωνιστικές γιατί επιβαρύνουν υποχρεωτικά όλους τους πολίτες, είτε κάνουν χρήση των υπηρεσιών τους είτε όχι.

Η επιδότησηση της τιμής διαφόρων δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών οφείλει να είναι διαφανής και να υπάρχει μια διαρκής προσπάθεια να μειώνεται και η ποιότητα των υπηρεσιών να βελτιώνεται .

Το μοντέλο: φτηνές και κακές υπηρεσίες των επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα και κάλυψη των ζημιών από τον κρατικό προϋπολογισμό χωρίς καμμία λογοδοσία και διαφάνεια λειτουργεί επί δεκαετίες στη χώρα μας και είναι αυτό που οδηγεί ταχύτατα στη χρεωκοπία.

Το μοντέλο αυτό δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά μέχρι σήμερα.

Οι οριζόντιες μειώσεις του προσωπικού και της χρηματοδότησης  καθώς και οι διαδικασίες που οδηγούν σε έλεγχο δαπανών έδειξαν βραχυπρόθεσμα εντυπωσιακά αποτελέσματα στα ελλείμματα του δημόσιου τομέα, αλλά δεν έχουν αγγίξει ούτε στο ελάχιστο την ουσία του προβλήματος που είναι η έλλειψη διοίκησης.

Οι περισσότερες επιχειρήσεις και οργανισμοί δεν έχουν  σαφή αποστολή.

  • Δεν μετριέται η ποσότητα και η ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών ούτε υπολογίζονται οι πόροι που χρειάζονται

Η οριζόνια μείωση των 10000 εργαζομένων ενός οργανισμού σε 7000 οδηγούν σε δραστική μείωση του μισθοδοτικού κόστους και της απαιτούμενης χρηματοδότησης , αν όμως απαιτούνται 120 μηχανικοί και έχουν μείνει 10 ,η υπάρχει έλλειψη μηχανημάτων και πρώτων υλών, η παραγωγικότηταν μπορεί να είναι μικρότερη και το τελικό κόστος για τον πολίτη να είναι μεγαλύτερο.

Αν το κόστος λειτουργίας του ΟΣΕ μειωθεί στο μισό αλλά μεταφέρει ελάχιστους επιβάτες και εμπορεύματα αντί για εξοικονόμηση δημιουργείται μεγάλη  επιβάρυνση για την οικονομία και την κοινωνία.

Όταν υπάρχει έλλειψη διοίκησης απαξιώνονται πρώτα οι υποδομές, γιατί τα έργα έχουν υψηλότερες διοικητικές απαιτήσεις (σχεδιασμό μελέτες διεθνείς διαγωνισμούς και εξειδικευμένο project management) και υλοποίηση σε βάθος χρόνου .

Επειδή οι προυποθέσεις αυτές δεν συντρέχουν δεν υπάρχει απορόφηση πόρων σε υποδομές και οι προυπολογισμοί των επιχειρήσεων και οργανισμών του ευρύτερου δημόσιου τομέα προσαρμόζονται στο να καλύπτουν την μισθοδοσία και τα βασικά λειτουργικά έξοδα.

Μαζί με τις υποδομές όμως  απαξιώνεται και το ανθρώπινο δυναμικό και χειροτερεύουν οι υπηρεσίες που θα έπρεπε να παρέχονται

Στη συντριπτική πλειοψηφία κρατικών επιχειρήσεων και οργανισμών η μισθοδοσία ξεπερνά το 65% των συνολικών εσόδων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνά και το 80%.

Αποσπασματικές εφαρμογές ηλεκτρονικής διακυβέρνησης που εισάγονται με νομοθετικές ρυθμίσεις ( ηλεκτρονικές προμήθειες, ηλεκτρονική υπογραφή)αποτελούν προσπάθεις εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης των παρεχομένων υπηρεσιών αλλά δεν μπορούν να αντισταθμίσουν τις καταστρεπτικές συνέπειες της έλλειψης διοικήσεων.

Η κατάσταση στη διοίκηση των επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα απασχόλησε πολύ και τους δανειστές μας, οι οποίοι προσπάθησαν με διάφορες παρεμβάσεις να επιφέρουν έναν στοιχειώδη εξορθολογισμό.

Χαρακτηριστική παρέμβαση τέτοιου τύπου είναι ο πρόσφατος νόμος του 2016 για τη Διαφάνεια – Αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης.

Ο εν λόγω νόμος στο Άρθρο 22 με τον τίτλο Στοχοθεσία περιγράφει βήμα – βήμα τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις που πρέπει να υλοποιεί ο επικεφαλής (Υπουργός – Πρόεδρος – Όργανο διοίκησης)κάθε οργανισμού  κάθε χρόνο.

Ο νόμος αυτός θέλει να οδηγήσει τελικά σε ομαδικούς και ατομικούς στόχους, ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση.

Εδώ και έναν μήνα γίνεται αξιολόγηση στο Δημόσιο χωρίς να έχουν προηγηθεί όλα τα προηγούμενα στάδια που προβλέπει ο νόμος (και οι βασικές αρχές της διοίκησης).

Έτσι ακυρώνεται η ούτως ή άλλως υπονομευμένη διαδικασία αξιολόγησης και η χώρα πληρώνει για άλλη μία φορά ένα μεγάλο κόστος και χάνει μία σημαντική ευκαιρία να εξορθολογίσει στοιχειωδώς ένα τμήμα της δημόσιας διοίκησης.

Ο εν λόγω νόμος προβλέπει και τη δημιουργία Παρατηρητηρίου Δημόσιας Διοίκησης που θα παρακολουθεί επιστημονικά τη διοικητική λειτουργία και το συντονισμό των διαδικασιών αξιολόγησης και του κοινωνικού ελέγχου της Δημόσιας Διοίκησης.

Για μία ακόμα φορά έχουμε νόμους που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν μεταρρυθμιστικά σε προβληματικούς τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, αλλά δεν έχουμε τις πολιτικές δυνάμεις που θα τους εφαρμόσουν αλλάζοντας νοοτροπίες και κουλτούρα δεκαετιών.

Η βούληση υποψηφίων, κομμάτων και πολιτικών σχηματισμών και η τεκμηριωμένη ικανότητά τους να πρωτοστατήσουν σε μία τέτοια διαδικασία αλλαγής παραδείγματος πρέπει να αποτελέσει το πρώτο κριτήριο επιλογής του νέου κυβερνητικού σχήματος.