Οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη συνεχίζονται, τα ελληνικά νησιά δέχονται πάνω από 4000 πρόσφυγες και μετανάστες ημερησίως, από την Ελλάδα προς την υπόλοιπη Ευρώπη πηγαίνουν μόνο 150 περίπου άτομα ημερησίως προς το παρόν και οι πολιτικές ηγεσίες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετωπίζουν την κατάσταση χωρίς σχέδιο, ενιαία στάση και προοπτική.
Η Ελλάδα βέβαια τόσο ως κοινωνία όσο και ως κυβέρνηση και πολιτικό σύστημα γενικότερα υφίσταται την μεγαλύτερη πίεση, η οποία παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις λόγω της οικονομικής κρίσης, που αντιμετωπίζει.
Γι’ αυτό έχει και ένα λόγο παραπάνω, να σχεδιάσει και να προτείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια πρόταση για την διαχείριση των προβλημάτων σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο και την αντιμετώπιση των γενεσιουργών αιτίων, τα οποία έχουν πλανητικές διαστάσεις.
Επιγραμματικά τα κυριότερα είναι η ανισόρροπη ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την άγρια εκμετάλλευση των φυσικών πόρων των χωρών προέλευσης των μετακινούμενων μαζών, χωρίς αυτές να επωφεληθούν στο ελάχιστο και η κλιματική αλλαγή (ξηρασίες, πλημμύρες, ακραία καιρικά φαινόμενα). Σίγουρα και οι περιφερειακές πολεμικές συγκρούσεις οδηγούν στην προσφυγιά.
Αντί να αντιμετωπισθούν τα γενεσιουργά αίτια όμως, βγαίνει στην επιφάνεια η αδυναμία σχεδίασης αντίστοιχων διαστάσεων πολιτικής. Απλά διαχειρίζονται το πρόβλημα, το οποίο ουσιαστικά είναι ο προπομπός των μεγάλων αλλαγών, οι οποίες θα επιβληθούν αντικειμενικά στο παγκόσμιο μοντέλο οργάνωσης.
Αρκεί να προσεγγίσει και αναλύσει κάποιος τα «λεγόμενα» τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης και θα συνειδητοποιήσει την ανυπαρξία μακροπρόθεσμου πολιτικού σχεδιασμού. Το ίδιο ισχύει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.Όσο δε προσπαθούν τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαχειρισθούν το πρόβλημα στο πλαίσιο της Ευρώπης και μάλιστα χωρίς κοινή στάση και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, τόσο θα διογκώνεται το φαινόμενο της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών.
Και ας εξήρε το ρόλο της γερμανίδας καγκελαρίου Angela Merkel ο αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννης Μουζάλας σε συνέντευξη του στο κανάλι της Βουλής λέγοντας, ότι «οφείλουμε να ευχαριστήσουμε την κ. Merkel, γιατί σε όλη την διαδικασία του προσφυγικού υπήρξε ο ηγέτης, που προσπάθησε να δώσει λύση στο προσφυγικό, ισορροπώντας ανάμεσα στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην ασφάλεια και μέσα από ευρωπαϊκές λύσεις».
Αυτή η τοποθέτηση του αναπληρωτή υπουργού δείχνει με τον καλύτερο τρόπο την ιδεοληπτική προσέγγιση του προσφυγικού-μεταναστευτικού. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν πραγματώνονται μόνο στον ευρωπαϊκό χώρο, όταν οι οφειλόμενες στις ανεπτυγμένες χώρες ανισορροπίες σε πλανητικό επίπεδο με επιπτώσεις την πείνα και την υπανάπτυξη στις χώρες προέλευσης των μετακινούμενων πληθυσμών δεν αντιμετωπίζονται στις πατρίδες τους, ώστε να μην αναγκάζονται να καταφεύγουν στην προσφυγιά.
Όταν εκλείψουν αυτά τα αίτια, τότε θα μπορούμε να μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα.
Εκτός και εάν θεωρούν στην ελληνική κυβέρνηση και όχι μόνο, ότι συμβάλλουν στην επίλυση του προσφυγικού-μεταναστευτικού, όταν οι μετακινούμενοι στοιβάζονται σε σκηνές ή κάτω από δέντρα και επικρατεί το αδιαχώρητο στα σύνορα στην Ειδομένη, όπου βρίσκονταν πάνω από 4000 άτομα λόγω του κλεισίματος των συνόρων από την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) και την Σερβία (in.gr, 22.2.2016).
Την ίδια ημέρα δε έφτασαν 4067 άτομα από την Λέσβο και την Χίο στο λιμάνι του Πειραιά, όπου εγκλωβίστηκαν, διότι δεν συνέχισαν το ταξίδι τους προς τα σύνορα λόγω του κλεισίματος τους από την ΠΓΔΜ.
Πολύ πιο ρεαλιστικό, αλλά και απαράδεκτο, είναι αυτό, που είπε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Martin Schulz, ότι η Ελλάδα θα είναι «πάρκινγκ προσφύγων», αν κλείσουν τα σύνορα με την ΠΓΔΜ.
Αναζητείται δε η ερμηνεία αυτού, που είπε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας στη Βουλή, ότι «στις συναντήσεις μου στην Ευρώπη απαίτησα να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση στην Τουρκία. Ζήτησα ακόμη να εκπληρώσει τις ευθύνες της και η Ευρώπη σε ό,τι αφορά την μετεγκατάσταση των προσφύγων. Έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου, για να αποκτήσει η χώρα ισχυρή φωνή, πήρα μέρος στη σύνοδο κορυφής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) και κράτησα θέση ευθύνης, δεν ενέπλεξα το εθνικό ζήτημα στην κομματική αντιπαράθεση».
Φαίνεται, πως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εννοεί, ότι υπάρχει ενιαία εθνική πολιτική για το προσφυγικό, η οποία είναι ορατή μόνο για το πολιτικό σύστημα.
Κατ’ αρχήν για ποιά πίεση στην Τουρκία μπορούν η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας να ομιλούν, όταν απαιτούν από την Τουρκία να κλείσει τις διόδους προς τα ελληνικά νησιά, αλλά να κρατήσει ανοικτά τα δικά της σύνορα προς τη Συρία. Αυτό θα σήμαινε μεγάλα προβλήματα στο εσωτερικό της και δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό στην πράξη.
Και για ποιά ανθρώπινα δικαιώματα μπορούν να ομιλούν οι ευρωπαίοι πολιτικοί, όταν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στην Τουρκία γίνονται αντικείμενο άγριας εκμετάλλευσης σε διάφορες δουλειές, που κάνουν για να επιβιώσουν. Ή μήπως δίνουμε το παράδειγμα ως Ελλάδα με την αντιμετώπιση των «νόμιμων ή παράνομων» μεταναστών στις διάφορες αγροτικές καλλιέργειες (Αμαλιάδα) και στα φανάρια της Αθήνας και άλλων πόλεων.
Η υποκρισία είναι τόσο μεγάλη, που δεν κρύβεται. Απλά οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην εμφάνιση ρατσιστικών φαινομένων και στην ανάπτυξη του εθνικισμού στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και στην Ελλάδα. Ήδη αυτό γίνεται αισθητό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και της επιρροής ακροδεξιών μορφωμάτων, τα οποία επενδύουν στον εθνικιστικό λαϊκισμό.
Αντί να χρησιμοποιούνται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από την αντιπολίτευση έννοιες και φράσεις κενές περιεχομένου, όπως «εθνική γραμμή στο προσφυγικό», χωρίς να συνοδεύονται από συγκεκριμένη πολιτική, καλό για την ελληνική κοινωνία και όχι μόνο θα είναι να κινηθούν σε δύο επίπεδα.
Πρώτον να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν πολιτική διαχείρισης των προσφύγων και μεταναστών, τους οποίους μπορεί να δεχθεί η χώρα, ανάλογα με τις δυνατότητες της (εργασιακές, οικονομικές, πολιτισμικές κ.λ.π.) και οι υπόλοιποι να προωθηθούν προς τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες σύμφωνα με τις ποσοστώσεις, που θα συμφωνηθούν. Ο αριθμός των προσφύγων και μεταναστών, που μπορούν να ενσωματώσουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, δεν είναι απεριόριστος.
Δεύτερον και αποτελεσματικό, κάτω από προϋποθέσεις, θα ήταν, εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για να τεθεί το πρόβλημα της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών στους θεσμούς, στους οποίους ενεργοποιείται η παγκόσμια κοινότητα και να αναλάβουν όλοι τις ευθύνες, που τους αναλογούν.
Δεν τρελλάθηκαν ξαφνικά εκατομμύρια άνθρωποι από τις χώρες του λεγόμενου Νότου και επιθυμούν να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους της προσφυγιάς με αντίτιμο την ζωή τους πολλές φορές. Οι αιτίες, που προκαλούν το φαινόμενο της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών, είναι γνωστές. Η άρση των επιπτώσεων τους έχει οικονομικό κόστος. Πρέπει όμως να πληρωθεί, αν πράγματι το εννοούμε, όταν μιλάμε για ανθρώπινα δικαιώματα.
Δεν μπορεί να συνεχίζεται στο διηνεκές η ανισορροπία στην κατανομή του παραγόμενου πλούτου εντός των κοινωνιών των ανεπτυγμένων χωρών με τις συνεχώς αυξανόμενες κοινωνικές ανισότητες. Άλλο τόσο όμως δεν επιτρέπεται να συνεχίζεται η άγρια εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών των χωρών του Νότου και οι πολίτες τους να πεινάνε και να χάνουν την ζωή τους από ασιτία.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως στην Ελλάδα πρέπει άμεσα και χωρίς χρονοτριβή να εξειδικευθούν πολιτικές για την ενσωμάτωση στην κοινωνία των προσφύγων και των μεταναστών, που θα εγκατασταθούν με την παροχή ασύλου ή άδειας εργασίας.
Δεν είναι καθόλου εύκολο, διότι στις χώρες προέλευσης τους έχουν κάνει διαφορετικές πολιτισμικές διαδρομές, ενώ ούτε την γλώσσα της κοινωνίας υποδοχής τους γνωρίζουν οι περισσότεροι. Επίσης πρέπει να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για νόμιμη απασχόληση σύμφωνα με τις ανάγκες της τοπικής οικονομίας. Αυτό σημαίνει, ότι καθίσταται αναγκαία η επαγγελματική τους ειδίκευση και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Όλα αυτά και άλλα ακόμη, όπως στέγαση, κοστίζουν και η Ελλάδα της κρίσης δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί, εάν δεν υπάρξει και η ευρωπαϊκή συμβολή.
Μέχρι τώρα ούτε η κυβέρνηση ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν επεξεργασμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση του προσφυγικού, όπως συνηθίζουν να το ονομάζουν.
Έχει πάρει όμως τέτοιες διαστάσεις, που οι «εθνικές γραμμές» σε πολιτικό επίπεδο δεν επαρκούν. Πρέπει να συνοδευθούν και με κοινωνικές διεργασίες, οι οποίες θα βοηθήσουν τους Έλληνες πολίτες να κατανοήσουν και να αποδεχθούν τα νέα δεδομένα, που δημιουργούνται σε υπερεθνικό επίπεδο. Αυτό είναι δύσκολο, διότι η οικονομική κρίση έχει διαλύσει την κοινωνική συνοχή και έχει προκαλέσει την φτωχοποίηση πολλών κοινωνικών ομάδων, ενώ ταυτοχρόνως έχουν στενέψει τα περιθώρια ανοχής αυτής της κατάστασης, η οποία θα γίνει ακόμη πιο δύσκολα διαχειρίσιμη, εάν επιβαρυνθεί και με τις επιπτώσεις του προσφυγικού.
Γι’ αυτό πρέπει άμεσα να εξειδικευθούν προγράμματα και δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών σε σχέση με το προσφυγικό. Οι μεγαλόστομες επικλήσεις των ανθρωπιστικών αξιών δεν επαρκούν.
Η χώρα δεν αντέχει εσωτερικές αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις.
Αυτό πρέπει να συνειδητοποιηθεί από το πολιτικό σύστημα και αντί για την πολωτική λογική στην πολιτική αντιπαράθεση είναι πολύ πιο λειτουργικό να επεξεργαστούν με συναινετική διάθεση και αποφασιστικότητα τον σχεδιασμό της αντιμετώπισης τόσο της οικονομικής κρίσης όσο και του προσφυγικού.
Ο διαθέσιμος χρόνος αρχίζει να τελειώνει. Το ίδιο και οι ανοχές και αντοχές της κοινωνίας σε σχέση με την εμπιστοσύνη της στο πολιτικό σύστημα.