Αδέσποτα

Γιάννης Παπαθεοδώρου 30 Μαρ 2017

—του Γιάννη Παπαθεοδώρου για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα

Στο πρόσφατο ερωτηματολόγιο της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει του συνεδρίου της, τον Απρίλιο, υπάρχουν κάποιες προβληματικές, ή τουλάχιστον αμφιλεγόμενες, ερωτήσεις προς τα νέα υποψήφια μέλη της. Μεταξύ άλλων, υπάρχει π.χ. η ερώτηση για το αν θα συμμετείχαν (ή έχουν ήδη συμμετάσχει) σε καταλήψεις τραπεζών και δημόσιων κτηρίων, καθώς και αν θα έκλεβαν τρόφιμα από super markets, με σκοπό την εναλλακτική αναδιανομή του πλούτου. Οι γραφικές και γελοίες αυτές ερωτήσεις φωτίζονται καλύτερα, αν λάβει κανείς υπόψη του την επίκληση της πολιτικής γενεαλογίας της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ, στο προοίμιο του κειμένου. Παραθέτω:

«Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ είναι μια ριζοσπαστική, αριστερή οργάνωση νεολαίας. Έχει τις ρίζες της στις λαμπρότερες παραδόσεις του αριστερού και νεολαιίστικου κινήματος στην χώρα μας. Βαδίζει στα χνάρια και εμπνέεται από τις αγωνιστικές παρακαταθήκες της Ο.Κ.Ν.Ε. (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδος), της Ε.Π.Ο.Ν. (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων), της ΕΔΝΕ, της Νεολαίας Ε.Δ.Α. και της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Αντλεί από την θετική συνεισφορά των μεγάλων νεολαιίστικων κινημάτων και οργανώσεων νεολαίας της αριστεράς. Ταυτόχρονα αντλεί έμπνευση από τα ριζοσπαστικά κοινωνικά κινήματα σε όλο τον πλανήτη. Από την Οκτωβριανή Επανάσταση και την Παρισινή Κομούνα μέχρι το Μάη του ’68 και από το κίνημα χειραφέτησης των μαύρων στις ΗΠΑ μέχρι τους Ζαπατίστας και τους μεγάλους αγώνες του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Η Νεολαία ΣΥΡΙΖΑ, εμπνέεται αλλά και αποτελεί κομμάτι των αγώνων τού σήμερα. Δεν ξεχνάμε τον αντιδικτατορικό αγώνα και το Πολυτεχνείο, τις μαθητικές καταλήψεις του 1991, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ και τη Γένοβα το 2001, το φοιτητικό κίνημα του 2006-7, τον Δεκέμβρη του 2008, τις πλατείες, τις αντιφασιστικές πορείες για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τον αγώνα ενάντια στην εξόρυξη Χρυσού στις Σκουριές της Χαλκιδικής, το κίνημα του «ΟΧΙ» στο Δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015, τους αγώνες των Ιρλανδών αγωνιστών, των Κούρδων και της Παλαιστίνης, όλους αυτούς τους αγώνες που έχουμε δώσει μέχρι σήμερα και μας εμπνέουν για τους αγώνες του αύριο».

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως πρόκειται για ένα άλλο ένα κομματικό μανιφέστο επαναστατικής γυμναστικής, στο οποίο υπάρχει, ωστόσο, ένα σημαντικό ιστορικό κενό: το αποτύπωμα του «Ρήγα Φεραίου» και του ΚΚΕ εσ. Το κείμενο διατρέχει με μεγάλη άνεση τη χρονική και γεωγραφική απόσταση από την Παρισινή Κομμούνα έως τη Γένοβα, χωρίς καν να αναφέρεται στη μήτρα της ελληνικής Ανανεωτικής Αριστεράς καθώς και στο συμβολικό κεφάλαιό της στη Μεταπολίτευση. Οι «Ρηγάδες» και οι «Ρήγισσες» απουσιάζουν. Ίσως από άγνοια? ίσως από σκοπιμότητα ή σύγχυση. Δεν έχει πια καμία σημασία. Έτσι κι αλλιώς, η οργανωμένη και οργανωτική παρουσία της Ανανεωτικής Αριστεράς είναι από καιρό ηττημένη, και πάντως μειοψηφική. Οι ιδέες (και η ιστορία τους) ωστόσο δεν έχουν άμεση σχέση με το οργανωτικό αποκρυστάλλωμα της κομματικής ζωής. Καλώς ή κακώς, οι ιδέες έχουν τη δική τους αυτονομία.

Όποιος/όποια, δηλαδή, δεν καταλαβαίνει πως κάποτε ο Μανόλης Αναγνωστάκης (ως Μανούσος Φάσσης) έγραφε ποιήματα για τους «Ρηγάδες» και τις «Ρήγισσες», συμμετέχοντας  στην πολιτισμική κυρίως αναγέννηση της Ανανεωτικής Αριστεράς αλλά και της τρίτης ελληνικής Δημοκρατίας, έχει οριστικά (;) επιλέξει το γραφικό απομονωτισμό της βάρβαρης ημιμάθειας. Αν κάποιος/κάποια μάλιστα θεωρεί πως στρατολογεί μέλη που κλέβουν κονσέρβες από το super market, σημαίνει πως ήδη ψωνίζει από τα άδεια ράφια της λούμπεν πολιτικής. Τόσο το χειρότερο, αν δεν το ξέρει.  Εδώ και πολύ καιρό, πάντως, ένα μέρος της κυβερνητικής Αριστεράς έχει αποκηρύξει το «ανανεωτικό» παρελθόν της, στο όνομα ενός ακαθόριστου ριζοσπαστικού μέλλοντος. Πρόκειται για μια πολιτισμική οπισθοδρόμηση, που ανακυκλώνει απλώς αριστερίστικα κλισέ και στερεότυπα, για να τα ακουμπήσει εντέλει στους ώμους του κ. Καμμένου.

Η λεπτή ειρωνεία, το χιούμορ και ο σαρκασμός του Αναγνωστάκη ήταν κάποτε απόλυτα συμβατός με το ευφρόσυνο «μειδίαμα του Ρήγα». Το μειδίαμα αυτό, ως εφόδιο μιας ευρύτερης πολιτικής κουλτούρας και παιδείας, το περιγράφει πολύ καλά, ο αγαπητός φίλος Μιχάλης Σαμπατακάκης, σε ένα παλιό αλλά πάντα επίκαιρο κείμενο:  «Τα νεανικά μας χρόνια και η σχέση μας με την πολιτική και τον πολιτισμό τον καιρό της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης, καθορίστηκαν βαθιά από την εμφάνιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη του ρεύματος της Ανανεωτικής Αριστεράς.[…] Μάθαμε να διαβάζουμε Έλληνες ποιητές. Μάθαμε, σχεδόν ανακαλύψαμε, να ταυτίζουμε την έννοια του σοσιαλισμού με την έννοια της δημοκρατίας, να σεβόμαστε τα ανθρώπινα δικαιώματα, να είμαστε Ευρωπαίοι, ενώ ήμασταν ταυτόχρονα αριστεροί. Ζήσαμε μια μικρή – όχι τη μόνη – πολιτιστική νησίδα στη χώρα μας, μια μικρή – όχι τη μόνη – αντίσταση στη βαρβαρότητα. Και νομίζουμε πως αφήσαμε ίχνη…»

Διαβάζοντας το «σχέδιο καταστατικού για το συνέδριο της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ», όσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα αυτά τα ίχνη. Δεν λέω πως δεν υπάρχουν γενικώς στην Αριστερά. Ευτυχώς τα βρίσκω ακόμα στην παρουσία των λίγων (αλλά όχι «ελάχιστων») ανένταχτων συντρόφων που εξακολουθούν, σαν τον Αναγνωστάκη, να ξορκίζουν αυτή την πολιτική αμνησία, με τη χαμηλή φωνή που τους απέμεινε: «Κι αυτός φωνάζει : “Δέσποτα! Παρ’  τα σκυλιά τα αδέσποτα”»!