«Αδειάζει» η ΕΕ από Ελλάδα

Παναγιώτης Ιωακειμίδης 18 Οκτ 2013

Μέσα στον ορυμαγδό των ημερών, η πληροφορία πέρασε, εντελώς αναπόφευκτα, απαρατήρητη από τα ελληνικά ΜΜΕ: στα τέλη Σεπτεμβρίου ολοκλήρωσε την υπερδεκαετή θητεία του ως Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής ο καθηγητής Νικηφόρος Διαμαντούρος. Από την 1η Οκτωβρίου τη θέση αυτή ανέλαβε η Εμιλι Ο?Ρίλι, ιρλανδή Συνήγορος του Πολίτη, η οποία εξελέγη Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια τον περασμένο Ιούλιο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Με τον τρόπο αυτόν η Ελλάδα «έχασε» μια κορυφαία θέση στο θεσμικό σύστημα της ΕΕ, που υπηρέτησε με επιτυχία καθολικώς αναγνωριζόμενη ο κ. Διαμαντούρος. Είναι η δεύτερη υψηλή θέση που «χάνει» η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, μετά την αποχώρηση του καθηγητή Λ. Παπαδήμου από την αντιπροεδρία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), όπου επίσης είχε ιδιαίτερα πετυχημένη θητεία.

Ετσι, αυτή τη στιγμή, η χώρα μας έχει παρουσία μόνο σε μία υψηλή θέση στο σύστημα της Ενωσης: τη θέση του προέδρου του Δικαστηρίου, όπου ο καθηγητής Β. Σκουρής υπηρετεί για τέταρτη θητεία, ώς το 2015. Αναφερόμαστε βεβαίως σε θέσεις όπου η τοποθέτηση γίνεται όχι ως πολιτική επιλογή αλλά με αντικειμενικά, αξιοκρατικά κριτήρια και μέσα από εξαιρετικά ανταγωνιστικές διαδικασίες επιλογής και όπου οι επιλεγμένοι δεν εκπροσωπούν τη χώρα τους αλλά υπηρετούν συνολικά την Ευρώπη. Σε θέσεις όπου οι τοποθετήσεις προκύπτουν από πολιτικές επιλογές η Ελλάδα έχει την παρουσία της, όπως π.χ. στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την επίτροπο Μαρία Δαμανάκη (η οποία καταγράφει ιδιαίτερα πετυχημένη παρουσία και έργο στη θαλάσσια πολιτική).

Με την αποχώρηση όμως του κ. Διαμαντούρου η παρουσία της Ελλάδας σε υψηλές ανταγωνιστικές θέσεις επιρροής της Ενωσης έχει συρρικνωθεί σημαντικά. Ας σημειωθεί ότι και οι τρεις σημαντικές τοποθετήσεις (Παπαδήμος, Διαμαντούρος, Σκουρής) έγιναν πριν από περίπου δέκα χρόνια, την περίοδο διακυβέρνησης Κ. Σημίτη, μια εποχή δηλαδή μακρινή πλέον, που η χώρα είχε άλλη θέση, άλλον ρόλο και άλλο κύρος στην ΕΕ. Σήμερα η χώρα βρίσκεται στην πλέον δύσκολη θέση στο σύστημα της ΕΕ. Εφθασε ένα βήμα πριν από την αποχώρηση από την ευρωζώνη και την Ενωση συνολικά ως αποτέλεσμα της ενδογενούς κρίσης η οποία, πολλοί θεωρούν, ότι πυροδότησε και την ευρύτερη κρίση στην ευρωζώνη. Τώρα όμως, καθώς το ελληνικό πρόβλημα εμφανίζει δυνητικώς σημάδια επίλυσης και η αξιοπιστία της χώρας έχει αρχίσει να αποκαθίσταται, η Ελλάδα πρέπει να προβληματιστεί (και) για τη στελεχική της παρουσία στην ΕΕ. Χρειάζεται να ανακτήσει τη θέση και τον ρόλο της, όσο δύσκολο και αν φαίνεται.

Η επικείμενη άσκηση (από 1ης Ιανουαρίου 2014) της προεδρίας στο Συμβούλιο της Ενωσης μπορεί να αποτελέσει καλή αφετηρία γι? αυτό. Η Ελλάδα οφείλει να κάνει μια σοβαρή, μετρημένη και αποτελεσματική προεδρία – όπως μπορεί να κάνει – που να πιστοποιεί ότι, παρά την κρίση και τα προβλήματα, διαθέτει τις δυνατότητες και τις προϋποθέσεις για να λειτουργεί ως κανονικό, αποτελεσματικό και ισότιμο μέλος της Ενωσης. Και στη συνέχεια, θα χρειαστεί να χαράξει μια συνεκτική, αποτελεσματική πολιτική για την ΕΕ, τόσο για τις κορυφαίες πολιτικές, θεσμικές θέσεις όσο και για τις θέσεις τεχνοκρατικού ή ενδιάμεσου διοικητικού χαρακτήρα.

Βεβαίως κάτω από τις τρέχουσες συνθήκες η Ελλάδα δεν μπορεί να φιλοδοξεί να καταλάβει μία θέση από τις τρεις πλέον κορυφαίες του συστήματος που πρέπει να πληρωθούν τον επόμενο χρόνο: προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ύπατου εκπροσώπου – υπουργού Εξωτερικών της ΕΕ. Η χώρα, δυστυχώς, «δεν παίζει», ούτε μπορεί να παίξει για τις θέσεις αυτές, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον. Είναι αμφίβολο άλλωστε εάν διαθέτει και τα κατάλληλα πολιτικά πρόσωπα για τις θέσεις αυτές. (Αλήθεια ποιες πολιτικές προσωπικότητες από την εγχώρια πολιτική τάξη θα μπορούσαν να καταλάβουν μια κορυφαία θέση στην Ενωση; Φοβάμαι ότι δεν μετριούνται ούτε στα δάχτυλα του ενός χεριού. Δυστυχώς – και αυτό λέει κάτι).

Αλλά για τις άλλες θέσεις (τεχνοκρατικές κ.λπ.), μια στρατηγική στελέχωσης θα μπορούσε να αποδώσει. Υπάρχουν γι? αυτό κατάλληλοι άνθρωποι. Η Ενωση δεν πρέπει «να αδειάσει» από την υψηλή στελεχική παρουσία της Ελλάδας. Η παρουσία Ελλήνων σε καίριες θέσεις αποτελεί προϋπόθεση για τη μεγιστοποίηση της επιρροής της χώρας στο πολιτικό και διαπραγματευτικό σύστημα της ΕΕ.