«Καλοί μου θεατές, μη με φθονήσετε,
που ?μαι φτωχός και πρόκειται, Αθηναίοι μου,
να σας μιλώ μέσα στην κωμωδία για την πόλη»
Δεν υπάρχει δυστυχώς σήμερα ο Αριστοφάνης να βάλει τον Δικαιόπολή του να συνάψει μια δική του συμφωνία εξόδου από τον σύγχρονο Πελοποννησιακό πόλεμο των μνημονίων.
Είμαστε όλοι υποχρεωμένοι ν’ ακολουθήσουμε τον δρόμο της εξόδου που επέλεξαν και προετοίμασαν οι σημερινοί κυβερνώντες με κύριο γνώμονα τον περιορισμό των συνεπειών της δικής τους εξόδου.
Σε μια κρίσιμη στιγμή που η Ελλάδα καλείται ν’ αποδείξει ότι μπορεί να ξανασταθεί στα πόδια της, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να ξορκίσει τα φαντάσματα του Καμμένου και των καμένων της Αττικής ψάχνοντας για προοδευτικούς συνενόχους στην ίδια πολιτική, με τους ίδιους βασικούς πρωταγωνιστές.
Η έξοδος των κυβερνώντων – θα το επαναλάβουμε κουραστικά – δεν αρκεί για την ουσιαστική έξοδο από τα μνημόνια. Το περίφημο σχέδιο εξόδου από την κρίση δεν θα είναι πειστικό όσο οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης δεν θα δείχνουν ικανές και αποφασισμένες να το υλοποιήσουν.
Η ηγεσία της ΝΔ, στο όνομα της επερχόμενης εκλογικής της νίκης, δεν δείχνει διατεθειμένη να ανοίξει μέτωπο με τον εσωτερικό της λαϊκισμό που όλο και πιο συχνά τελευταία πλημμυρίζει τα κανάλια. Η σιωπηρή της, έναντι της Συριζανελικής διακυβέρνησης και ανέγγιχτη πολιτικά πτέρυγα συνεχίζει να κρατάει «συγκρατημένο ενθουσιασμό» για την προοπτική πρωθυπουργοποίησης Μητσοτάκη ενώ πολλές μεταρρυθμιστικές θέσεις φαίνεται να θυσιάζονται εκ των προτέρων στο βωμό της εξουσίας.
Η ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής πρέπει να αποφασίσει αν θέλει να υλοποιήσει την κοινή προεκλογική δέσμευση όλων σχεδόν των υποψηφίων αρχηγών, για τη δημιουργία ενός νέου κινήματος που φιλοδοξεί να εκφράσει τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο, από την κεντροαριστερά και τη σοσιαλδημοκρατία μέχρι και τις δυνάμεις του μεταρρυθμιστικού και φιλελεύθερου κέντρου.
Το Ποτάμι και ο Σταύρος πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι ήρθε αμετάκλητα η στιγμή για ν’ αποφασίσουν με ποιους θα παν και ποιους θ’ αφήσουν.
Κυρίως όμως ήρθε η στιγμή για ν’ αποφασίσουν με την ψήφο τους οι πολίτες της χώρας, αυτοί που πλήρωσαν – και θα εξακολουθήσουν να πληρώνουν για χρόνια – το μάρμαρο της κρίσης.