Αχ κουνελάκι!

Γιάννης Παπαθεοδώρου 04 Οκτ 2017

Μπορεί τελικά για όλα να έφταιγε εκείνη η παλιά παιδική του κουβέρτα με τα κουνελάκια. Αλλά αν αφήσουμε προσωρινά κατά μέρος τον Φρόιντ, ο θάνατος του Χιου Χέφνερ, του θρυλικού εκδότη του Playboy, έφερε στο προσκήνιο μερικά κρίσιμα ζητήματα της σύγχρονης πολιτισμικής ιστορίας. Τι ήταν, λοιπόν, ο Χιου Χέφνερ; Ένας στυγνός «πλασιέ» της γυναικείας σάρκας ή ο ποπ εκδότης που συνέβαλε καθοριστικά στη χειραφέτηση της σεξουαλικότητας στο δυτικό κόσμο; Ένας ακόρεστος σεξομανής επιχειρηματίας που οδηγήθηκε σταδιακά στην κώφωση λόγω υπερβολικών δόσεων Viagra, ή ο επιχειρηματίας που άνοιξε την πόρτα στον Ναμπόκοφ και τον Κέρουακ για να πειραματίζονται μοντερνιστικά στις σελίδες του περιοδικού του; Και τέλος, τι ήταν αυτό που έκανε τη soft πορνογραφία του Playboy να πάρει τις διαστάσεις ενός μαζικού φαινομένου και ενός πολιτισμικού μύθου, που άλλαξε για πάντα την αισθητική των «ανδρικών περιοδικών» αλλά και τη γυναικεία μόδα;

Άρθρο του Τζακ Κέρουακ στο τεύχος του Ιουνίου 1959 του Playboy

Άρθρο του Τζακ Κέρουακ στο τεύχος του Ιουνίου 1959 του Playboy

Ας ξεκινήσουμε αντίστροφα το δρόμο των ερωτημάτων και ας μεταφερθούμε από το παιδικό του δωμάτιο στην τελευταία του κατοικία: στον τάφο του. Ο Χιου Χέφνερ ζήτησε —ή μάλλον πλήρωσε για— να ταφεί δίπλα στη Μαίριλυν Μονρόε, το πρώτο «κουνελάκι» που φωτογραφήθηκε στο εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του περιοδικού Playboy, το 1953. Στη δεκαετία του ’50, οι δυο τους δεν συναντήθηκαν ποτέ, και ο Χέφνερ εκβίαζε τη Μονρόε κατέχοντας παράνομα γυμνές φωτογραφίες της. Ακόμη και σήμερα η βούλησή του για να ταφεί δίπλα της έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων, μιας και θεωρείται πως είναι τουλάχιστον προσβολή απέναντι στη μνήμη της να βρεθεί «δίπλα της» ο άνθρωπος που έκανε καριέρα εκμεταλλευόμενος τη δημόσια έκθεσή της. Στα απομνημονεύματά της, η Μονρόε έλεγε πως πληρώθηκε μόνο 50 δολάρια για εκείνη τη φωτογράφιση, χωρίς να ακούσει ένα «ευχαριστώ» για την επιτυχία του τεύχους. Αναγκάστηκε μάλιστα να το αγοράσει η ίδια για να δει τη φωτογράφιση.[1] Το 1992, ο Χέφνερ πλήρωσε 75.000 δολάρια για να αγοράσει τον τάφο δίπλα της.[2] Το εισιτήριο για μια αιωνιότητα δίπλα στη Μονρόε ήταν μάλλον ακριβό. Αλλά, απ’ ότι φαίνεται, ο Χέφνερ είχε αρκετά χρήματα για να «πληρώσει το βαρκάρη».

monroeolivier

Πριν φτάσουμε όμως στην αιωνιότητα, ας κάνουμε μια στάση στο ιστορικό παρελθόν της δεκαετίας του ‘50. Μέσα στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, η ξανθιά «σεξοβόμβα» τράβηξε αμέσως το βλέμμα της επιθυμίας, όχι μόνο ως πετυχημένη σταρ του σινεμά αλλά και ως η απόλυτη «λευκή» φαντασίωση του αμερικανικού (εμπόλεμου) ανδρισμού. Την ίδια χρονιά (1953) που κυκλοφόρησε η αγγλική μετάφραση του φεμινιστικού ευαγγελίου της Σιμόν ντε Μποβουάρ («Το δεύτερο φύλο»), η Μονρόε λάμβανε πρόσκληση για να κάνει μερικές παραστάσεις στο μέτωπο της Κορέας? εκεί που διεξαγόταν η πρώτη μεγάλη μάχη με τους «κόκκινους». Μετά από το ταξίδι του μέλιτος, η Μονρόε πραγματοποίησε αυτές τις παραστάσεις μεταξύ 16 και 20 Φεβρουαρίου του 1954. Στο νούμερό της ενσωμάτωσε βέβαια τις μουσικές επιτυχίες της από την ταινία «Οι άνδρες προτιμούν τις ξανθές» (1953), με συχνό μπιζάρισμα στο «Diamonds are a girl’s best friend»? στο πιο αμφιλεγόμενο, δηλαδή, τραγούδι της ταινίας, που μπορούσε να ερμηνευθεί τόσο ως παραδοχή της απόλυτης υλικής εξάρτησης από τα ανδρικά δώρα όσο και ως αίτημα της απόλυτης οικονομικής ανεξαρτησίας των γυναικών.

marilyn-monroe-cover-playboy-19531

Το πρώτο εξώφυλλο στο Playboy έδειχνε καθαρά  πως η Μονρόε δεν ήταν μόνο μια «καυτή κυρία» σε μια πολύ ψυχρή εποχή αλλά και ένα φετιχιστικά αμφίσημο σύμβολο του «ελεύθερου κόσμου»[3] της αφθονίας, της ατομικής ευδαιμονίας και της ηδονικής απόλαυσης. Με έναν μάλλον ανορθόδοξο τρόπο, ο Χιου Χέφνερ είχε συντονιστεί με αυτή τη νέα πολιτισμική δεσπόζουσα της εποχής του. Η σεξουαλικότητα που λάνσαρε με εκείνο το εξώφυλλο το Playboy ήταν μια τομή για τη «θεατρικότητα» του κοινωνικού φύλου[4] αλλά και για τον αναπροσανατολισμό της ερωτικής επιθυμίας στους νέους «επωφελείς» σκοπούς του «πολιτισμού της εικόνας» και στις ρητορικές ανάγκες της «κοινωνίας του θεάματος». Η γοητευτική Μονρόε υπενθύμιζε σε όλους και όλες πως στο κέντρο της νέας «σεξουαλικής ελευθερίας» δεν βρισκόταν πια η τελική φάση της συνουσίας αλλά η προϋπόθεση της αναπαράστασης: η απαίτηση για να «διαβάσει» κανείς την επιθυμία και να «δει» το αντικείμενο του πόθου. Αλλά τι σήμαινε άραγε η έννοια της γοητείας στη «μακρά δεκαετία» του ’60; «Γοητεύω σημαίνει ότι πεθαίνω ως πραγματικότητα και παρουσιάζομαι ως δέλεαρ», έγραφε ο Μποντριγιάρ σχολιάζοντας τη δύναμη των νέων εικόνων που αναδύθηκαν σε εκείνες τις όχι και τόσο μακρινές δεκαετίες. Από μια άποψη, η Μονρόε ήταν ήδη «νεκρή».

hefnerchicago

Την ίδια περίπου εποχή που το «καμάκι» και το dating αντικαθιστούσε το ρομαντικό κορτάρισμα και το ντεμοντέ φλερτ,[5] οι απανταχού play-boys ανέλαβαν να καταστήσουν τις συνδηλώσεις του απενοχοποιημένου σεξ κυρίαρχες μέσα σε ένα κόσμο που αναζητούσε βιαστικά τον έρωτα μέσα σε σύντομες συνευρέσεις και εναλλασσόμενους οργασμούς. Τα εξώφυλλα του Playboy άλλωστε εξασφάλιζαν άλλωστε άνετα αυτή την οργασμική μετατόπιση από την κοινή «αισθηματική αγωγή» στις «κατά μόνας» ηδονές, μαθαίνοντας στους άνδρες αλλά και στις γυναίκες «της νέας εποχής» να εξερευνούν το σώμα τους, χωρίς το αμήχανο στίγμα και την παλαιά ηθικολογία του εκφυλισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι το Playboy απλώθηκε παντού μέσα στη δυτική κουλτούρα: από τον τύπο έως την τηλεόραση και από το Amazon έως τις ιστοσελίδες του Διαδικτύου.[6] Η καταναλωτική κουλτούρα (αλλά και η κατανάλωση της κουλτούρας) του 20ού αιώνα δεν μπορεί να μελετηθεί χωρίς την εμβληματική παρουσία αυτού του περιοδικού.

playboy

Στο πέρασμα των δεκαετιών, ακολούθησαν χιλιάδες εξώφυλλα με χιλιάδες άλλα λευκά και έγχρωμα «κουνελάκια», που προκάλεσαν το λιμπιντικό θαυμασμό των ανδρών, το πολιτικό ενδιαφέρον των ακτιβιστών, την οργή των φεμινιστριών, τον ηθικό πανικό των πουριτανών. Κανένα άλλο εξώφυλλο όμως δεν πρέπει να σημάδεψε τόσο πολύ τη ζωή και το έργο του Χιού Χέφνερ όσο εκείνο το πρώτο εξώφυλλο με τη Μαίριλυν Μονρόε. Η αμφιλεγόμενη απόφαση του Χέφνερ να ταφεί δίπλα στη Μονρόε δείχνει πως, έστω και μετά θάνατον, επιθυμεί να «κατακτήσει» εκείνο το πρώτο «κουνελάκι» της καριέρας του ή έστω να αναπαυθεί δίπλα του. Προσβολή της μνήμης ή υστερόχρονη συμφιλίωση; Η διχογνωμία που ξέσπασε δεν μπορεί να αφαιρέσει την ιστορική διαδρομή των δύο προσώπων. Τώρα που σκεπάζει και τους δύο το ίδιο μάρμαρο, τώρα που ο εκδότης ενταφιάζεται συμβολικά μαζί με το «πρώτο του εξώφυλλο», τώρα που ανοίγει και πάλι η συζήτηση για το φύλο, το σώμα, και τη σεξουαλικότητα στην ποπ κουλτούρα του 20ού αιώνα, καλό είναι να θυμόμαστε πως επιτέλους ο Χέφνερ και η Μονρόε θα «συναντηθούν» για πρώτη φορά εκεί που «ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα». Και εκεί, ευτυχώς δεν υπάρχουν επαύλεις με φυλακισμένα «κουνελάκια».

[1] http://www.independent.co.uk/voices/hugh-hefner-marilyn-monroe-buried-next-to-grave-playboy-naked-pictures-death-a7974011.html

[2] http://time.com/4962361/hugh-hefner-marilyn-monore-grave/

[3] Griselda Pollock, “Killing men and dying women. Gesture and sexual difference”, στο : Mieke Bal (ed.) The practice of cultural analysis. Exposing interdisciplinary interpretation, Stanford University Press, California, 1999, σ. 75-101.

[4] Thomas Laquer, Κατασκευάζοντας το φύλο. Σώμα και κοινωνικό φύλο από τους αρχαίους έλληνες έως τον Φρόιντ, μτφρ. Πελαγία Μαρκέτου, πρλ. Κώστας Γιαννακόπουλος, Πολύτροπον, Αθήνα, 2003.

[5] Jean Claude Bologne, Η Ιστορία της ερωτικής κατάκτησης από την αρχαιότητα έως σήμερα, μτφρ. Γιάννης Καυκιάς, Πολύτροπον, 2009, σ. 289-294.

[6] http://www.playboyenterprises.com/about/history/

—για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα