Αρχές Αυγούστου, έχοντας «καλύψει» δημοσιογραφικά και προσωπικά την πτώση της δικτατορίας, επέστρεψα λοιπόν στο Παρίσι. Αλλά από τον Σεπτέμβρη ως τα μέσα του Οκτώβρη, με ειδική άδεια από τη γαλλική ραδιοφωνία, περάσαμε τις πρώτες μας διακοπές στην πατρίδα, που είχα να την περπατήσω από το 1958. Μείναμε λίγες ημέρες μόνο στην Αθήνα, παρακολουθήσαμε, με μεγάλη συγκίνηση, στο γήπεδο Καραϊσκάκη την πρώτη συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη, με τον κόσμο να ξεσηκώνεται και να φωνάζει «Φόλα στο σκύλο της ΕΣΑ!» και μετά να αποχωρεί ήσυχα και καλά, για να γεμίσει χαρούμενος τις ταβέρνες της περιοχής: το μάθημα ήταν σαφές. (Αχ Μίκη, γιατί τα τωρινά;)
Εκείνες τις λίγες ημέρες, παρακολούθησα τις για μένα παράδοξες διαδικασίες της ίδρυσης της Ένωσης Κέντρου-Νέες δυνάμεις, σε ένα ξενοδοχείο της Πατησίων, όπου οι παλαιοκομματικοί κεντρώοι της ΕΚ υποδέχτηκαν με συγκατάβαση τόσους προοδευτικούς αντιστασιακούς (ανάμεσά τους τον διστακτικό και βουβό Αλέξανδρο Παναγούλη, τον Τάσσο Μήνη, τον Στράτη Σωμερίτη, τον Μπάμπη Πρωτοπαπά και πολλούς άλλους), με τον εκπρόσωπό τους, τον εξαίρετο Γιάγκο Πεσμαζόγλου, να αναθέτει «εν λευκώ» την αρχηγία στον Γεώργιο Μαύρο… Είχε προηγηθεί μια «ολομέλεια» των κεντροαριστερών στα γραφεία των «νέων δυνάμεων», στην Πλατεία Κάνιγγος. Εκεί αποφασίστηκε η συμμετοχή στην Ένωση Κέντρου. Την «εν λευκώ» παράδοση της αρχηγίας στον Γ. Μαύρο, την πρόσθεσε όμως ο Γιάγκος Πεσμαζόγλου και με είχε αφήσει άναυδο. Η δική μου «ρομαντική» άποψη, αλλά δεν ήμουν παράγοντας, ήταν να ιδρυθεί ένα αριστερό δημοκρατικό κόμμα, με το τότε ΚΚΕ εσωτερικού και τους κεντροαριστερούς αντιστασιακούς και να καλέσει τον Α. Παπανδρέου σε ένα πανίσχυρο δημοκρατικό, ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό μέτωπο, που θα μπορούσε χωρίς φόβο να συνεργαστεί με τους καραμανλικούς σε μια νέα κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Αλλά δεν μου έπεφτε λόγος. Και υπήρχε ένα μεγάλο εμπόδιο: το ΚΚΕεσ. νόμιζε πάντα εφικτή την αναγνώρισή του από τη Μόσχα -αν ήταν δυνατόν!- και δεν ήθελε, εσωτερικά και διεθνώς, να θεωρηθεί νεροκουβαλητής της σοσιαλδημοκρατίας. Τα κουβέντιασα αυτά τότε με τον Λεωνίδα Κύρκο (γνωριζόμαστε από το τέλος της κατοχής) και με τον συνάδελφο Θανάση Τσουπαρόπουλο.
Εκείνες τις ίδιες ημέρες (3 του Σεπτέμβρη και είχα φτάσει στην Αθήνα την προπαραμονή), ιδρύθηκε και το ΠαΣοΚ. Και αυτό σε ξενοδοχείο, στην αρχή της Πανεπιστημίου, αλλά με διπλό συμβολισμό: ονομαζόταν Κινγκς Παλάς και μετά έγινε τράπεζα. Πήγα για να δω και να ακούσω. Συνάντησα στο δρόμο τον αγαπητό Αλέξανδρο Ξύδη, λαμπρό τεχνοκρίτη και έναν από τους ελάχιστους διπλωμάτες που αρνήθηκαν να υπηρετήσουν μετά το πραξικόπημα. «Πας για να ενταχτείς;» «Όχι, για να ακούσω». «Μα η θέση σου είναι στο ΠαΣοΚ, οι περισσότεροι φίλοι της Δημοκρατικής Άμυνας παίρνουν μέρος στην ίδρυσή του»…
Του εξήγησα ότι γνωρίζοντας καλά τον Αντρέα, ήμουν βέβαιος πώς όσοι δεν ήταν προσωπικά δεμένοι μαζί του, σύντομα είτε θα έφευγαν, είτε θα τους έδιωχνε. Και επιπλέον, διαφωνούσα με πολλά σημεία της διακήρυξης που είχα ήδη ξεφυλλίσει. Τη διακήρυξη αυτή (έργο και του Σημίτη) τη διάβασε ο ίδιος ο Αντρέας, που παρουσίασε με τη βαριά θεατρική φωνή του ο μαχητικός δημοσιογράφος της Ντόιτσε Βέλλε Κώστας Νικολάου (μετέπειτα, τελικά, φανατικός επί των «εθνικών δικαίων» αρθρογράφος στο Παρόν!). Περιλάμβανε (ή πάντως υπογραμμίστηκε στη συνέντευξη τύπου) μια σημαντική φράση για τον δημοκρατικό χαρακτήρα του «κινήματος»: ότι ο Παπανδρέου θα ήταν «πρώτος μεταξύ ίσων». Είδα τον Αντρέα να χαμογελάει. Κατάλαβα. Πάντως οι περισσότεροι «ίσοι» βρέθηκαν πριν ή μετά το 1981, εκτός. Ακόμα και ο υπέροχος καθηγητής Σάκης Καράγιωργας, που κάποιος πράσινος αλήτης τον χαρακτήρισε «κουλοχέρη» : είχε σοβαρότατα τραυματιστεί κατασκευάζοντας βόμβες.
Άφησα γρήγορα την Αθήνα και την …πολιτική, για μια γύρα στην πατρίδα, με τελευταίο πολυήμερο σταθμό τη Ζάκυνθο που εκείνο το φθινόπωρο είχε στολιστεί με όλες τις χάρες της, με όλα τα λουλούδια της, με την ομορφότερη θάλασσα. Που, παρά το χάσμα των σεισμών, ήταν Ζάκυνθος και όχι ο μετέπειτα μαφιότοπος πάσης παρανομίας…
.
Ο Ριχάρδος Σωμερίτης είναι δημοσιογράφος