Η Ιστορία παίζει περίεργα παιχνίδια με τους ανθρώπους και τις ιδέες τους. Είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της , που την διαμορφώνουν. Το τυχαίο και το απρόβλεπτο καιροφυλακτούν και καταφέρουν καίρια κτυπήματα στο φυσιολογικό και στο αναπόφευκτο, στα μεγάλα γυρίσματα του τροχού της Ιστορίας.
.
Ένα από αυτά ήταν ο τερματισμός της εβδομηντάχρονης κομμουνιστικής περιπέτειας της ανθρωπότητας, που γέμισε το ιδεολογικό και πολιτικό στερέωμα με νέες προκλήσεις και προβλήματα, αλλά και επανέφερε παλαιά διλήμματα με καινούργια μορφή.
.
Έτσι η σοσιαλδημοκρατία σε αυτό το περίεργο παιχνίδι της Ιστορίας, καλείται να δώσει λύση στο ίδιο πρόβλημα που ακριβώς εκατό χρόνια πριν έφερε την διάσπαση της Δεύτερης Διεθνούς. Δηλαδή, εάν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα θα χαράξουν την στρατηγική τους με άξονα τα συμφέροντα της χώρας τους η θα εκπονήσουν μια συνολική ευρωπαϊκή πολιτική πέρα και πάνω από τις εθνικές ωφέλειες. Τότε το 1914, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην πλειοψηφία τους (και στην πλειοψηφική τους τάση) επέλεξαν να υποστηρίξουν τα εθνικά τους συμφέροντα και διεκδικήσεις μέσα στην δίνη του Μεγάλου Πολέμου.
.
Οι μειοψηφίες, με επικεφαλής τον Λένιν, υποστήριξαν ότι ο πόλεμος αφορούσε τις κυρίαρχες τάξεις και το πανευρωπαϊκό προλεταριάτο, έπρεπε ενωμένο να ταχθεί ενάντια στον πόλεμο και να συνεχίσει τον ταξικό του αγώνα. Έτσι ξεκίνησε η διάσπαση του εργατικού κινήματος.
.
Σήμερα τηρουμένων των αναλογιών, οι μεγάλοι ηττημένοι τις Ιστορίας βλέπουν ότι το διεθνιστικό πρόταγμα τους καθίσταται επίκαιρο (με άλλο βεβαία περιεχόμενο) και τίθεται κατά τρόπο προκλητικό απέναντι στους νικητές. Στα κόμματα της Δεύτερης Διεθνούς, τους σοσιαλδημοκράτες.
.
Η διεθνοποίηση των μηχανισμών της οικονομίας, η κοινότητα των προβλημάτων στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες και η ιδεολογική και πολιτική ομογενοποίηση του συντηρητικού χώρου πάνω στις αρχές της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της λιτότητας, όλα αυτά επιβάλλουν την επεξεργασία μιας ενιαίας πολιτικής από τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
.
Όμως εκείνο που προέχει για να μην είναι η πολιτική αυτή αποσπασματική και εμβαλωματική στις κεντρικές επιλογές των συντηρητικών κόμματων, είναι η θεωρητική προσέγγιση και ανάλυση του ψηφιακού καπιταλισμού και των φαινομένων του (ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων ,οίκοι αξιολόγησης, τραπεζικό σύστημα, φορολογικοί παράδεισοι ,πλούτος από μη παραγωγικές δραστηριότητες κα).
.
Εάν δεν υπάρξει αυτή η θεωρητική επεξεργασία τότε δεν θα γίνουν και οι αναγκαίες στρατηγικού χαρακτήρα αναθεωρήσεις και παρεμβάσεις της σοσιαλδημοκρατίας. Οι ενστικτώδεις αντιδράσεις των Μπλερ, Μπράουν και Σρέντερ στην δεκαετία του 90, επειδή ακριβώς ήταν ενστικτώδεις και πρωτόλειες δεν άφησαν τα ιδιαίτερα ίχνη τους στον ευρωπαϊκό χώρο. Λειτούργησαν μέσα στα στενά εθνικά πλαίσια χωρίς να αποτελέσουν τον πυρήνα της ενιαίας σοσιαλδημοκρατικής πρότασης.
.
Για αυτό λοιπόν τα κόμματα που η μήτρα τους βρίσκεται στην Δεύτερη Διεθνή, πρέπει να μετρηθούν ξανά με την Ιστορία. Το δίλημμα για αυτά, ευρωπαϊκή ή εθνική στρατηγική, είναι και πάλι επίκαιρο. Η εθνική στρατηγική τα οδήγησε και τα οδηγεί στην συνεργασία με τα συντηρητικά κόμματα που ηγεμονεύουν και στην ιδεολογικοπολιτική σύγχυση, με ότι αυτό συνεπάγεται. Η κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική είναι η μόνη διέξοδος για να ανασυγκροτηθεί σε όλα τα επίπεδα ο χώρος της σοσιαλδημοκρατίας.
.
ΥΓ. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι οι προσδοκίες μας από την «υπό συγκρότηση» Δημοκρατική Παράταξη πρέπει να είναι περιορισμένες. Η πανευρωπαϊκή αφασία της σοσιαλδημοκρατίας συναρθρώνεται με όλες τις εγχώριες εντάσεις και δυσμορφίες στον Ελληνικό μικρόκοσμο και προσδιορίζει τα όρια και την ποιότητα του πολιτικού λογού της κεντροαριστεράς.