Επ αφορμή της επετείου της εθνικής παλιγγενεσίας, γράφονται και ακούγονται διάφορες απόψεις πολλές εκ των οποίων, όπως είναι αναμενόμενο, προβάλλουν την ανάγκη ενός νέου ξεκινήματος για τη χώρα. Οι απόψεις αυτές που αναφέρονται σε μεταρρυθμίσεις, ανάπτυξη, επενδύσεις κ.ά. εντάσσουν αυτή τη νέα προοπτική στο πλαίσιο της νέας εποχής που διανύουμε, των εξελίξεων της τεχνολογίας, της τεχνητής νοημοσύνης, της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
Το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι: Υπάρχει το ανάλογο υπόβαθρο σήμερα στη χώρα, ώστε να μπορούν να στηριχτούν όλα αυτά τα φιλόδοξα και μεγαλεπήβολα σχέδια;
Πρώτα-πρώτα, όπως υποστηρίζει ο Κορνήλιος Καστοριάδης, για τη φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας είναι αναγκαία η εγρήγορση των πολιτών οι οποίοι πρέπει να συμμετέχουν, να σκέφτονται και να οραματίζονται αυτή τη νέα κοινωνία. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει η πολιτεία με τις θέσεις και τις πράξεις της- με τις πολιτικές της- να πείθει τους πολίτες ώστε να οικοδομείται μία αμοιβαία σχέση εμπιστοσύνης και να διαμορφώνεται ένα αντίστοιχο κλίμα, που θα προδιαθέτει τους πολίτες για κάτι τέτοιο, θα τους εμπνέει και θα τους συνεγείρει.
Υπάρχουν όμως σήμερα πολλοί που να διακρίνουν ότι τα πράγματα μπορεί να συμβαίνουν έτσι; Μετά την απογοητευτική πενταετία της “κυβερνώσας Αριστεράς”, όσοι πίστεψαν σε μία νέα εκσυγχρονιστική διακυβέρνηση, με όσα ήδη παρατηρούν τα οποία επιβεβαιώθηκαν από τον πρόσφατο ανασχηματισμό, προσγειώνονται σιγά-σιγά στην ελληνική πραγματικότητα. Ένας ανασχηματισμός που αποπνέει άρωμα διατήρησης και προστασίας του πελατειακού κράτους καθώς το Υπουργικό σχήμα αυξήθηκε ακόμα περισσότερο-με βουλευτές αυτή τη φορά- ενώ υφυπουργοί μεταρρυθμιστές αποπέμφθηκαν.
Ακούει ο ταλαίπωρος πολίτης για 4η βιομηχανική επανάσταση τη στιγμή που του “βγάζεις το λάδι” από το πλήθος των χαρτιών που πρέπει να μαζέψει -ενώ ταυτόχρονα του αδειάζεις και την τσέπηγια να κάνει οποιαδήποτε πράξη που έχει σχέση με το ακίνητό του (γονική παροχή, μεταβίβαση, ενοικίαση), ή οτιδήποτε άλλο αφορά στην ύπαρξή του σε αυτή τη χώρα. Τα προνόμια και τα οφέλη των συντεχνιών αντί να καταργούνται, αυξάνονται!
Αλλά και στο επίπεδο των θεσμών και της Δημοκρατίας ισχύουν τα ανάλογα: Πολιτικό σύστημα όπου η εκάστοτε αντιπολίτευση δεν ενεργεί για το συμφέρον της χώρας αλλά για το πώς θα επανέλθει στην εξουσία. Βουλευτές-τοπάρχες- 300 τον αριθμό- που δεν λειτουργούν για το κοινό καλό, αλλά για το συμφέρον της περιοχής τους, απ όπου θα πάρουν και τις ψήφους για να επανεκλεγούν.
Εκκλησία με όλα τα ζητήματα ανοικτά, που δεν τολμά κανείς να τα κλείσει, και Δικαιοσύνη αναποτελεσματική και ψυχοφθόρα για τον πολίτη.
Τοπική αυτοδιοίκηση των κομματικών και πελατειακών μηχανισμών, καθηλωμένη σε παρωχημένες αντιλήψεις και πρακτικές, διακονούμενη από ανθρώπους, κατά κανόνα χωρίς όραμα για τον τόπο τους, στον οποίο, επιφέρουν συνήθως ανεπανόρθωτα τραύματα, ιδίως στις τουριστικές περιοχές, στο όνομα, πάντα, της πολυθρύλητης ανάπτυξης!
Πολιτισμός και Παιδεία της ήσσονος προσπάθειας, σε μία κοινωνία όπου οι άριστοι φθονούνται και οι άξιοι εξοβελίζονται υπέρ των μετρίων. Όπου η κομματοκρατία, ο πελατειασμός και ο συντεχνιασμός ζουν και βασιλεύουν. Όπου οι πνευματικές ελίτ αναζητούνται από το Silver Alert. Όπου ο τόπος μας κατάντησε να είναι στρέμματα προς τουριστική εκμετάλλευση και ο τουρισμός να θεωρείται ακόμα και σήμερα ως η βαριά μας βιομηχανία.
Πόσοι αλήθεια πολιτικοί, αυτοδιοικητικοί, διανοούμενοι προέβαλαν κάποια αντίσταση για να μην καρατομηθεί το νομοσχέδιο για τον περιορισμό της εκτός σχεδίου δόμησης, η οποία σε συνδυασμό με τον μαζικό τουρισμό έχει αφανίσει το ελληνικό τοπίο; Μήπως, τελικά, πουλήσαμε και την ψυχή μας στο διάβολο;
«...Στους κόλπους του νεωτερικού Κόσμου που κυριαρχείται από τις μεγάλες δυνάμεις, με ποιον τρόπο θα εδραιώσει η Ελλάδα την αρμονία ανάμεσα στη δύναμη και την αδυναμία της; Και για να ιδιοποιηθεί το είναι της, μήπως πουλήσει την ψυχή της στο διάβολο; Θα μπορέσει να εξασφαλίσει τη θέση της στον κόσμο χωρίς να εγκαταλείψει τη φύση της και θα ξέρει με ποιον τρόπο να διατηρήσει την ισορροπία ανάμεσα στην φύσιν και την τέχνην;» Με το ερώτημα αυτό κλείνει το βιβλίο του «Η μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας» -το 1954- ο Κώστας Αξελός, και καταλήγει: «Ο άναξ, ου το μαντείον εστι το εν Δελφοίς» στον ομφαλό της Γης, ρωτήθηκε για τη μοίρα της σύγχρονης Ελλάδας. Δεν εξορκίσθηκε, αλλά ρωτήθηκε. Η απάντησή του θ ανοίξει ορίζοντες ή θα κλείσει μιαν εποχή; Και θα γίνει εισακουστή;
Μήπως ακόμα, παρ ότι έχουν περάσει 70 χρόνια, το ερώτημα εξακολουθεί να παραμένει ατόφιο; Και ποια άραγε να είναι η απάντηση, εν όψει, μάλιστα, του εορτασμού των 200 χρόνων της εθνικής μας παλιγγενεσίας;