ο 2001 προμηνυόταν μια ήσυχη χρονιά για την αμερικανική πολιτική. Ο νέος πρόεδρος, Τζωρτζ Μπους τζούνιορ, δεν είχε καμία διάθεση να συνεχίσει τις παρεμβάσεις των προκατόχων του στην διεθνή πολιτική σκηνή. Πίστευε στην «απομονωτική» πολιτική της υπερ-συντηρητικής πτέρυγας του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και στην απόσυρση των ΗΠΑ από πολλές διεθνείς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις.
Η τρομοκρατική επίθεση της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους της Ν. Υόρκης με τα χιλιάδες θύματα σόκαρε την αμερικανική κοινωνία, αλλά και τον κόσμο ολόκληρο. Αποκάλυψε ότι πλέον ο εχθρός δεν είναι μόνο κράτη. Αλλά και πολλές μη-κρατικές οντότητες, με μεγάλη δύναμη καταστροφής. Έχοντας δε μεγαλύτερη ευελιξία από κράτη, μπορούν να διεισδύσουν πιο εύκολα σε χώρες και να παραβιάσουν συστήματα ασφαλείας.
Διεθνής ισλαμιστική τρομοκρατία
Η ισλαμιστική τρομοκρατία δεν ήταν πλέον μόνο θέμα «τοπικό». Επέκτεινε και διεθνοποιούσε την δράση της. Πέραν αυτού, είχε σημαντικές διαφορές από άλλες μορφές τρομοκρατικών οργανώσεων (εθνικιστικών, ακροαριστερών, ακροδεξιών, αποσχιστικών κλπ), που είχε γνωρίσει ο κόσμος. Αυτές διατύπωναν ένα αίτημα και απειλούσαν ή προέβαιναν σε βίαιες πράξεις κατά μεμονωμένων στόχων.
Εδώ δεν υπήρχε κανένα αίτημα. Όλοι οι άνθρωποι, χωρίς κανέναν ειδικό λόγο και δίχως προειδοποίηση ήταν υποψήφια θύματα. Εξάλλου, όταν ο δράστης ή οι δράστες είναι έτοιμοι να πεθάνουν προκειμένου να παρασύρουν άλλους στον θάνατο (που δεν συνέβαινε σε άλλες μορφές τρομοκρατίας), οι δυνατότητες αποτροπής μειώνονται σημαντικά.
Ο κόσμος άρχισε να κατανοεί με οδυνηρό τρόπο, ότι πρόκειται για μια νέα μορφή ολοκληρωτισμού. Για επίθεση ένοπλων φανατικών στους δημοκρατικούς θεσμούς, στις ανοιχτές κοινωνίες, στην ανεκτικότητα, στα δικαιώματα των γυναικών, στην ανεξιθρησκία, στη νεωτερικότητα.
Επίθεση που μεταξύ άλλων επιχειρείται και εναντίον όσων αραβικών και μουσουλμανικών χωρών αποπειρώνται -έστω και στοιχειώδη- βήματα εκσυγχρονισμού και μεταρρυθμίσεων, καθώς αυτά θεωρούνται εμπόδιο για την επικράτηση των θεοκρατικών αντιλήψεων. Θύματα της είναι και πολλοί μουσουλμάνοι, που θεωρούνται μετριοπαθείς, υπερβολικά «κοσμικοί», προδότες ή και αιρετικοί.
Εμπεδώθηκε η αντίληψη ότι η συντριβή της διεθνούς ισλαμιστικής τρομοκρατίας προϋποθέτει τη διεθνή συνεργασία. Ότι είναι αναγκαίο να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα: στρατιωτικά, αστυνομικά, δικαστικά, νομοθετικά, πολιτικά, ιδεολογικά, οικονομικά, διπλωματικά.
Η απάντηση
Προς απάντηση στην επίθεση που δέχθηκαν οι ΗΠΑ, διαμορφώθηκε ένας ευρύτατος διεθνής συνασπισμός, που περιλάμβανε όχι μόνο τους παραδοσιακούς συμμάχους τους, αλλά και τους ανταγωνιστές τους, όπως Ρωσία και Κίνα, και -ακόμα πιο σημαντικό- πολλές αραβικές και μουσουλμανικές χώρες. Όλοι αναγνώρισαν ότι οι ΗΠΑ είχαν το δικαίωμα της αυτοάμυνας και της επίθεσης εκεί που ήταν η έδρα της Αλ Κάιντα και εναντίον του καθεστώτος των Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, που της είχε δώσει καταφύγιο.
Με βάση αυτά εκδόθηκε ΟΜΟΦΩΝΟ Ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ ενεργοποίησαν το άρθρο 5 του Καταστατικού του, που αφορά περιπτώσεις επίθεσης εναντίον κράτους-μέλους του. Η Ρωσία παραχώρησε στις ΗΠΑ στρατιωτικά αεροδρόμια για να εξαπολυθούν επιθέσεις και από εκεί.
Η διεθνής αυτή συναίνεση διαλύθηκε μετά την -απρόκλητη, αδικαιολόγητη, μονομερή και χωρίς διεθνή νομιμότητα- επίθεση που αποφάσισε η κυβέρνηση Μπους κατά του Ιράκ, έναν χρόνο μετά.
Οι πρόσφατες εξελίξεις
Οι τρέχουσες εξελίξεις στο Αφγανιστάν -δυσμενείς αναμφίβολα- δεν μπορούν να παρομοιαστούν με τις αντίστοιχες στο Βιετνάμ το 1975. Από το Βιετνάμ οι ΗΠΑ αποχώρησαν μετά από στρατιωτική ήττα.
Οι ΗΠΑ δεν υπέστησαν στρατιωτική ήττα. Αντιθέτως.
Πέτυχαν να ανατρέψουν το καθεστώς των φανατικών Ταλιμπάν, που είχε δώσει καταφύγιο στην Αλ Κάϊντα στα εδάφη του Αφγανιστάν. Κατά την διάρκεια της 20ετούς παρουσίας τους, οι Αμερικανοί και οι ΝΑΤΟϊκοί σύμμαχοι τους είχαν απωθήσει τους μαχητές Ταλιμπάν από το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Παρά τις επιμέρους στρατιωτικές συγκρούσεις, οι Ταλιμπάν δεν αποτελούσαν βασική απειλή, όσο ο διεθνής συνασπισμός και οι ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις ήταν παρούσες.
Παρά τις πολλές αδυναμίες και αστοχίες, η τελευταία 20ετία στο Αφγανιστάν ήταν η καλύτερη, μετά την δεκαετία του 1960. Όσον αφορά τον αλφαβητισμό του πληθυσμού και τα δικαιώματα γυναικών, παιδιών και μειονοτήτων. Στη χώρα έγιναν επανειλημμένα εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσωπευτικής Βουλής και νόμιμης δημοκρατικής κυβέρνησης.
Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την κεντρική εξουσία, μόνο και μόνο επειδή οι ΗΠΑ επί της προηγούμενης προεδρίας Τραμπ αποφάσισαν μονομερώς να αποχωρήσουν από την χώρα. Τώρα θα πρέπει να διαπραγματευθούν τόσο μεταξύ τους οι διάφορες εσωτερικές ομάδες τους, όσο και κυρίως με ηγέτες επιμέρους εθνικών ομάδων, μειονοτήτων, φυλών και περιοχών, ώστε να αποκτήσουν μια στοιχειώδη εσωτερική νομιμοποίηση.
Θα επιδιώξουν, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, να μην έχουν αντιπαράθεση με την διεθνή κοινότητα, και να αποφύγουν κυρώσεις και μελλοντικές επιθέσεις.
Σε αυτό αποβλέπουν οι διαβεβαιώσεις ότι δεν θα επιτεθούν σε ξένες αποστολές, ότι δεν θα εμποδιστούν να αποχωρήσουν από την χώρα όσοι Αφγανοί πολίτες το επιθυμούν, ότι δεν θα υπάρξουν αντεκδικήσεις και ότι θα εφαρμοστεί μια “ήπια” εκδοχή του ισλαμικού νόμου (όπως αυτοί τον αντιλαμβάνονται), κυρίως όσον αφορά τις γυναίκες και τα κορίτσια στην εκπαίδευση, την εργασία κλπ.
Θα προσπαθήσουν να διατηρήσουν εμπορικές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες, ώστε να μην διακοπεί ο εφοδιασμός σε τρόφιμα, φάρμακα και άλλα προϊόντα.
Διεθνείς επιδράσεις
Ρωσία και Κίνα μπορεί να βλέπουν θετικά ότι ο ανταγωνιστής τους, οι ΗΠΑ, αποχωρεί από ένα κοντινό πεδίο τους. Φοβούνται όμως την επέκταση του ισλαμικού φονταμενταλισμού στο εσωτερικό τους, όπου διαβιούν μουσουλμανικοί πληθυσμοί. Ειδικά η Ρωσία ενδιαφέρεται και για την σταθερότητα γειτονικών προς το Αφγανιστάν (πρώην σοβιετικών) χωρών της Κεντρικής Ασίας, όπως Τατζικιστάν, Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Κιργισία.
Το Ιράν είναι μάλλον χαμένο, καθώς ως ηγετική δύναμη των Σιιτών Μουσουλμάνων βλέπει δίπλα του να κερδίζει μια φανατική δύναμη του ανταγωνιστικού Σουνιτικού Ισλάμ. Ανησυχεί και για την τύχη της μειονότητας των επίσης Σιιτών Χαζάρων του Αφγανιστάν, που είναι αντίπαλοί των Ταλιμπάν.
Το Πακιστάν είναι κερδισμένο καθώς είναι γνωστοί οι δεσμοί των Μυστικών Υπηρεσιών του με τους Ταλιμπάν. Οι Ταλιμπάν φυλετικά προέρχονται από την μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα του Αφγανιστάν, τους Παστούν, οι οποίοι επίσης κατοικούν και στο βόρειο Πακιστάν, που συνορεύει με το Αφγανιστάν.
Η Ινδία ανησυχεί καθώς βλέπει να ενισχύεται το εχθρικό Πακιστάν, αλλά και λόγω της μουσουλμανικής μειονότητας στο εσωτερικό της.
Η Τουρκία θα θελήσει να παίξει μεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στην Δύση και το νέο αφγανικό καθεστώς.
Το βασικό δίδαγμα είναι το εξής:
Από εδώ και πέρα, η διεθνής κοινότητα και κυρίως οι “δυτικές” χώρες θα πρέπει να πρέπει να αναπτύξουν μηχανισμούς παρέμβασης, σε περίπτωση που οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν ή δεν έχουν δυνατότητα να εμπλακούν (τουλάχιστον με πρωταγωνιστικό ρόλο).
Πηγή: www.ert.gr