* Ομιλία του Γιάννη Μεϊμάρογλου στην ΚΠΕ του Κινήματος Αλλαγής
Η «ενδιάμεση έκθεση για την αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος» λέει αυτό που πολλοί είχαμε συνειδητοποιήσει ήδη από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εθνικών εκλογών. Ότι χάσαμε και από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ στη μεταξύ μας αναμέτρηση και ότι αυτό έγινε γιατί δεν καταφέραμε να πείσουμε για την «αυτόνομη» πολιτική μας. Αυτονομία δεν είναι να κρατάς ίσες αποστάσεις από τους πολιτικούς σου αντιπάλους αλλά να καθορίζεις την δική σου πολιτική κατεύθυνση και τους στόχους που θέτεις επιδιώκοντας προωθητικούς συμβιβασμούς και τις ευρύτερες δυνατές πολιτικές συμμαχίες γύρω από αυτούς.
Από τη ΝΔ χάσαμε με τη σύμφωνη σχεδόν γνώμη μας. Χάσαμε γιατί ευχόμασταν να εξασφαλίσει κοινοβουλευτικη αυτοδυναμία ώστε να αποφύγουμε να βρεθούμε ενώπιον «δυσάρεστων» – όπως θεωρούσαν πολλοί σύντροφοι – για μας διλημμάτων. Παραιτηθήκαμε ουσιαστικά από την διεκδίκηση των προοδευτικών ψηφοφόρων του Κέντρου. Γνωρίζετε ίσως – υπάρχουν και αρκετά παραδείγματα – ότι κόμματα που συμμετέχουν στις εκλογές διευκρινίζοντας εκ των προτέρων ότι δεν πρόκειται να αναλάβουν τις ευθύνες που θα τους αναλογούν μετεκλογικά, μειώνουν αντικειμενικά την απήχησή τους στο εκλογικό σώμα. Όταν εκφωνήσαμε τη θέση για εγγύηση της πολιτικής σταθερότητας ήταν ήδη αργά.
Από τον ΣΥΡΙΖΑ χάσαμε γιατί είχαμε την αυταπάτη ότι η αντιδεξιά ρητορική θα έπειθε τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που είχαν στραφεί προς αυτόν να επιστρέψουν. Η κάλπη έδειξε ότι το αντίθετο μάλλον έγινε. Τα απογοητευμένα δήθεν από τον ΣΥΡΙΖΑ τενεκεδάκια του τελευταίου προεκλογικού μας σποτ δεν εγκατέλειψαν ποτέ τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν πρόκειται να τον εγκαταλείψουν βέβαια μετά το δυσμενές για το Κίνημα Αλλαγής «εσωκεντροαριστερό» αποτέλεσμα. Η εξουσία – όπως και η προοπτική επανόδου σ’ αυτήν – είναι πολύ πιο ελκυστική.
Η πολιτική αντιπαλότητα του Κινήματος Αλλαγής με την συντηρητική παράταξη είναι δεδομένη και επανειλημμένως διακηρυγμένη τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά. Ο κύριος κίνδυνος ωστόσο δεν προέρχεται από την έκβαση αυτής της αντιπαράθεσης αλλά από το λαϊκιστικό τσουνάμι που έχει εισβάλει και στη δική μας χώρα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ με την συμμετοχή και προβεβλημένων πρώην στελεχών του ΠΑΣΟΚ συνεισέφερε καθοριστικά στην επέλαση του λαϊκισμού. Η κρίσιμη πολιτική αντιπαράθεση είναι σήμερα ανάμεσα στον λαϊκισμό – τον διακομματικό λαϊκισμό – και τον αντιλαϊκισμό. Το Κίνημα Αλλαγής ανήκει – και πρέπει να ανήκει – στο αντιλαϊκιστικό μέτωπο και από την θέση αυτή καλείται να υπηρετήσει την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.
Το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι πολύ κρίσιμο τόσο για το μέλλον της χώρας, όσο και για το δικό μας Κίνημα. Εκτός από την ψήφιση του νέου προϋπολογισμού που πρέπει να σηματοδοτήσει την οριστική έξοδο από την κρίση, στο διάστημα αυτό θα κριθούν και μια σειρά ζητήματα καθοριστικής σημασίας. Αναφέρομαι στην ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου, στην αναθεώρηση άρθρων του Συντάγματος και στην εκλογή νέου Προέδρου της Δημοκρατίας. Η ευρύτερη δυνατή συναίνεση στα θέματα αυτά θα αποτελέσει και την εγγύηση του κύρους και της αποδοχής τους. Θα αποτελέσει στην ουσία μια σημαντική ευκαιρία για το Κίνημα Αλλαγής, προκειμένου να δείξει τον προοδευτικο-μεταρρυθμιστικό του χαρακτήρα, την συναινετική του διάθεση αλλά και την πολιτική συνοχή της ηγεσίας του και της κοινοβουλευτικής του ομάδας.
Η απαίτηση της συγκυρίας αλλά και η κοινή μας θέληση να προχωρήσουμε καθιερώνoντας το Κίνημα Αλλαγής ως τον αδιαμφισβήτητο προοδευτικό πόλο του πολιτικού συστήματος, σκοντάφτει συχνά σε εσωστρεφείς συζητήσεις που δεν ανταποκρίνονται στην ανάγκη αυτή. Ιδιαίτερα αρνητικές, είναι οι παρεμβάσεις που προτείνουν την άμεση επιστροφή στην εποχή και τα σύμβολα του ΠΑΣΟΚ. Προτείνεται δηλαδή με τις παρεμβάσεις αυτές, όχι μόνο η ουσιαστική ακύρωση του Κινήματος Αλλαγής αλλά και η απαξίωση μιας διαφορετικής αντίληψης για τη συγκρότηση, το εύρος και τον πολιτικό ρόλο της προοδευτικής παράταξης.
Η συσπείρωση αυτή βασίστηκε στον αλληλοσεβασμό των διαφορετικών πολιτικών διαδρομών, των αρχών και των αξιών των δυνάμεων που συμμετέχουν σε αυτήν. Στο πλαίσιο αυτό έχουμε αποδείξει τον πλήρη σεβασμό προς την ιστορική διαδρομή του ΠΑΣΟΚ και προς τα μέλη του, ιδιαίτερα προς στους συντρόφους που έκλεισαν τ’ αυτιά τους στις σειρήνες και τις γέφυρες της συριζαϊκής εξουσίας τιμώντας οι ίδιοι την πορεία τους. Είναι φανερό ότι όλοι οσοι προερχόμαστε από διαφορετικούς ιδεολογικοπολιτικούς δρόμους, που συμπορευτήκαμε αλλά και συγκρουστήκαμε στο παρελθόν με το ΠΑΣΟΚ, θέλουμε να έχουμε τον ίδιο σεβασμό. Γι αυτό και όσοι έχουν στο μυαλό τους ξεπερασμένα σχήματα του τύπου «ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις» θα πρέπει να τα ξεχάσουν ή να μας ξεχάσουν.
Το «Κίνημα Αλλαγής» δεν καλυπτει σήμερα τους στόχους που είχαμε θέσει με την ίδρυσή του. Ο δρόμος για τη συγκρότηση μιας μεγάλης και ενιαιάς προοδευτικής παράταξης είναι ακόμα μακρύς. Απαιτεί τεράστια προσπάθεια, ανασύνταξη και αλλαγή νοοτροπίας. Κυρίως όμως απαιτεί πολιτική βούληση και απόφαση. Η επικείμενη προγραμματική συνδιάσκεψη μπορεί να αποτελέσει ένα σοβαρό δείγμα της ειλικρινούς μας διάθεσης να απευθυνθούμε ανοιχτά και χωρίς αποκλεισμούς στον σοσιαλδημοκρατικό και τον μεταρρυθμιστικό κεντρώο χώρο, αποδεικνύοντας ότι ξεπεράσαμε οριστικά τις διαψευσθείσες αυταπάτες μας.